Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2009

Κατάρτιση υψηλής ποιότητας στο εκκλησιαστικό ΙΕΚ Λάρισας


* Ομιλίες από εξειδικευμένους θεολόγους επιστήμονες

στο πλαίσιο του εκπαιδευτικού προγράμματος

Στην διδακτική αξία των βιβλίων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, αναφέρθηκε ο γνωστός Λαρισαίος βιβλικός θεολόγος Μ.Sc. και υπ. διδάκτορας του ΑΠΘ, διευθυντής του 14ου Γυμνασίου Λάρισας κ. Νίκος Παύλου, μιλώντας στους σπουδαστές του Τμήματος Εκκλησιαστικής και Πολιτιστικής Κατάρτισης του 2ου ΙΕΚ Λάρισας, το οποίο λειτουργεί στη συνοικία της Ν. Σμύρνης.

Η εκδήλωση οργανώθηκε στο πλαίσιο του μαθήματος «Εισαγωγή στην Αγία Γραφή» από τον διδάσκοντα το συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο, θεολόγο καθηγητή κ. Χάρη Ανδρεόπουλο, σε συνεργασία με τον διευθυντή του 2ου ΙΕΚ κ. Ιωάννη Κόκκαλη και την αναπληρώτρια διευθύντρια κ. Μαρία Βαλιάζη, με σκοπό την ενημέρωση των σπουδαστών για τις νεώτερες επιστημονικές εξελίξεις γύρω από το βιβλικό μάθημα.

Σημειώνεται ότι το εκκλησιαστικό ΙΕΚ– το οποίο λειτουργεί στη Λάρισα από τον περασμένο Σεπτέμβριο – απευθύνεται σε άνδρες και γυναίκες, αποφοίτους Β/βάθμιας εκπαίδευσης, που επιθυμούν να γνωρίσουν της ρίζες της ορθόδοξης εκκλησιαστικής παράδοσης και να αναδειχθούν είτε ως κληρικοί (οι άνδρες), είτε ως λαϊκοί (άνδρες και γυναίκες), σε στελέχη της Ορθοδόξου Εκκλησίας, σε θέσεις ιερατικές, διοικητικές και οικονομικές, σε ιερές Μητροπόλεις, ιερούς ναούς, εκκλησιαστικά Ιδρύματα και Οργανισμούς πρόνοιας, κατασκηνώσεις, κλπ.

* Οι σπουδαστές διδάσκονται μαθήματα θεολογικού περιεχομένου, όπως Εισαγωγή στην Αγία Γραφή, Δογματική Θεολογία, Πατερική Γραμματεία, Αγιολογία, κ.α.), Εκκλησιαστικό Δίκαιο, Διαχριστιανικό και Διαθρησκειακό Διάλογο, Ομιλητική, φυσικά, Λειτουργική, εν είδει εργαστηριακής άσκησης στο ναό. Επίσης διδάσκονται και πρακτικά μαθήματα, όπως Οργάνωση και Οικονομική Διαχείριση Μητροπόλεων και Ενοριών, Ποιμαντική Επικοινωνία, κ.α. Οι απόφοιτοι του εκκλησιαστικού ΙΕΚ χειροτονούμενοι κατατάσσονται στη Β’ μισθολογική κατηγορία (στην Α’ κατατάσσονται οι πτυχιούχοι Θεολογικών σχολών ΑΕΙ και των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών), ενώ αν είναι ήδη ιερείς κατώτερης κατηγορίας (απόφοιτοι τριταξίου Λυκείου παντός τύπου) προάγονται σ’ αυτή.

Σάββατο 17 Μαΐου 2008

Ορθοδοξία και επιστήμη




(Μιά ακόμη σπουδαία εργασία του σπουδαστή του τμήματός μας Κωνσταντίνου Φ. :)




Ορθοδοξία και Επιστήμη


Εισαγωγικώς θα ήταν σκόπιμη μια σύντομη και επιγραμματική αναφορά στις ξεχωριστές έννοιες της χριστιανικής πίστης και της επιστήμης.

Έννοια και περιεχόμενο της χριστιανικής πίστης

Ως πρωταρχική έννοια «πίστη» νοείται η εμπιστοσύνη σε κάποιον και η βεβαιότητα για κάτι, τα οποία στηρίζονται σε αξιόπιστες μαρτυρίες. Η πίστη παρατηρείται σε όλες τις θρησκείες αποτελώντας τον συνδετικό κρίκο του πιστού με τον Θεό. Η χριστιανική πίστη ουσιαστικά και εννοιολογικά υπερβαίνει τις υπόλοιπες θρησκείες ανά της γης, αφού προϋποθέτει δύο πρόσωπα∙ εκείνο του πιστού χριστιανού, ο οποίος νοείται ως «εικόνα» του Θεού και εκείνο «του Θεού ζώντος» (Ματθ. 16-16), ο οποίος είναι το «πρότυπο».

Η χριστιανική πίστη δεν είναι θεωρητική γνώση ή πεποίθηση κάποιας αφηρημένης θρησκευτικής αλήθειας ή σπουδής. Είναι η απόλυτη βεβαιότητα για τις αλήθειες που διδάσκει η Εκκλησία, είναι η προσωπική συνάντηση και σχέση του πιστού με τον Θεό – μια σχέση ανεπιφύλακτης εμπιστοσύνης που όμοιά της είναι μόνο η σχέση παιδιού και γονιού. Οι αλήθειες της χριστιανικής πίστης περιέχονται συνοπτικά στο Σύμβολο της Πίστεως.

Κατά τον Απόστολο Παύλο είναι ακλόνητη η πεποίθηση για την πραγματική και βέβαιη ύπαρξη αγαθών που ελπίζουμε να αποκτήσουμε κάποτε ως πιστοί χριστιανοί και η βεβαιότητα γι’ αυτά που δεν βλέπουμε με τις ανθρώπινες αισθήσεις μας: «Έστι δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων».

Ενώ ο μεγάλος Αϊνστάιν (ατομικός φυσικός, βραβείο Νόμπελ) σημείωνε: «Η θρησκεία μου έγκειται σ’έναν ταπεινό θαυμασμό προς το ανώτερο και απεριόριστο εκείνο πνεύμα, το οποίο αποκαλύπτεται στις πιο μικρές λεπτομέρειες που μπορούμε να συλλάβουμε με το αδύνατο και εύθραυστο πνεύμα μας»!

Έννοια και σκοπός της επιστήμης

Επιστήμη ονομάζεται η συστηματική και ενδελεχής μελέτη και έρευνα φαινομένων, γεγονότων και αντικειμένων που σχετίζονται με το φυσικό κόσμο (των ανθρωπίνων αισθή-σεων), αλλά και με τον ίδιο τον άνθρωπο ως ψυχοβιολογική οντότητα. Κίνητρο της επιστή-μης είναι η έμφυτη επιθυμία του ανθρώπου για τη γνώση της αλήθειας (των αισθήσεων).
Η γνωστική ικανότητα του ανθρώπου είναι ενέργημα και προϊόν της λογικής του δύναμης η οποία έχει ως επακόλουθό της τη δημιουργία της επιστήμης. Οι επιμέρους σκοποί της είναι:
ü Η επισήμανση των νόμων που διέπουν τη λειτουργία και τη σκοπιμότητα του μικρόκοσμου και του μακρόκοσμου.
ü Η γνώση των μηχανισμών που ρυθμίζουν τις ποικίλες εκφάνσεις της ζωής στον κόσμο.
ü Η ανακάλυψη μέσων και μεθόδων αντιμετώπισης του φυσικού κακού, των ασθε-νειών και του πόνου και σε ιδιαίτερες περιπτώσεις η αποκατάσταση της ψυχικής ισορροπίας και υγείας των ανθρώπων που για πολλούς και διάφορους λόγους την έχασαν.

Σχέσεις χριστιανικής πίστης και επιστήμης

Καταρχήν πρέπει να επισημάνουμε ότι δεν υπάρχει θέμα αντίθεσης ή σύγκρουσης μεταξύ τους. Είναι δύο μεγάλα πνευματικά μεγέθη αλληλοσυμπληρούμενα και όχι αλληλο-αποκλειόμενα. Έχουν αυτόνομες περιοχές ενδιαφερόντων και έρευνας. Ανταποκρίνονται σε διαφορετικές αξιολογικές ροπές και ανάγκες της ενιαίας ανθρώπινης ύπαρξης.
Η επιστήμη ερευνά τα μυστήρια της δημιουργίας, ασχολείται με το επιστητό, ενώ η (χριστιανική κυρίως) θρησκεία ασχολείται με το μυστήριο του Δημιουργού, το υπε-ραισθητό. Έχουν κοινή αφετηρία την πνευματική υπόσταση του ανθρώπου και ουσιαστικά στοχεύουν στην κατάκτηση της αλήθειας και την εξασφάλιση της ευτυχίας του. Κρίνονται όμως (μαζί ή χωριστά), από το κατά πόσον οδηγούν τον άνθρωπο στον εξανθρωπισμό του ή στον απανθρωπισμό του.
Σε όλα τα πράγματα προηγείται η πίστη… Ποια τέχνη ή επιστήμη μπορεί κάποιος να μάθει, εάν πρώτα δεν αφοσιωθεί σ’ αυτή και δείξει εμπιστοσύνη στο δάσκαλό του; («Απάντων πραγμάτων η πίστις προηγείται… Ποίαν δε τέχνην ή επιστήμην δύναται τις μαθείν, εάν μη πρώτον επιδώ εαυτόν και πιστεύση τω διδασκάλω»), έλεγε ο Θεόφιλος Αντιοχείας (P.G. 6, 1036)! Επισφραγίζοντας με τον καλύτερο τρόπο τις άριστες σχέσεις χριστιανικής πίστης και επιστήμης.

Η τεχνολογία ως ευλογία Θεού («Ο Θεός είναι η πηγή της βεβαιότητας και η εγγύηση της επιστήμης», Ρ.Καρτέσιος – μαθηματικός και φιλόσοφος)

Ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της σύγχρονης εποχής είναι η ραγδαία ανάπτυξη των επιστημών και της τεχνολογίας ιδιαίτερα. Η ανάπτυξη της επιστήμης (και της τεχνολογίας) είναι ευλογία Θεού, κυριολεκτικά και μεταφορικά! Χάρη στις τεχνολογικές εφαρμογές της επιστήμης βελτιώθηκαν οι συνθήκες της καθημερινής ζωής, εργασίας και διαβίωσης, ανακαλύφθηκαν αποτελεσματικές μέθοδοι αντιμετώπισης ασθενειών, εξαλεί-φθηκαν επιδημίες που μάστιζαν επί αιώνες την ανθρωπότητα, ενώ η επικοινωνία των ανθρώπων με τις νέες τεχνολογίες ιδιαίτερα (ηλεκτρονικός τύπος, τηλεόραση και διαδί-κτυο), έχει προσλάβει θαυμαστές διαστάσεις.

Όλα αυτά έχουν άμεση σχέση με τον χριστιανισμό αφού ο εκχριστιανισμένος ευρω-παϊκός πολιτισμός, στηριγμένος και στην αρχαία ελληνική σκέψη, ανέπτυξε τις επιστήμες και δημιούργησε τη σύγχρονη τεχνολογία. Πουθενά αλλού δεν παρατηρήθηκε ανάλογη ανάπτυξη και τεχνική εφαρμογή της επιστήμης σε τόση και τέτοια έκταση, όπως έγινε στη δυτική Ευρώπη την εποχή μετά την Αναγέννηση, ιδίως μετά τον 17ο αιώνα που καθιε-ρώθηκε η κλασική φυσική του Νεύτωνα αλλά και μετά τον 18ο οπότε πια συμβαίνει η λεγό-μενη «βιομηχανική επανάσταση».

Η ιστορία μας δείχνει ότι όπου σπέρνεται ο χριστιανικός λόγος, εκεί ενθαρρύνεται και η τεχνική πρόοδος. Ο χριστιανός εμπνέεται απ’ την Αγία Γραφή για να αξιοποιήσει την επιστημονική γνώση στις τεχνολογικές εφαρμογές της, έτσι ώστε να κατορθώσει τη μετάβαση απ’ τη δουλεία στην ελευθερία και απ’ την απανθρωπιά στην ανθρωπιά της επίγειας εικόνας του θεού στη γη, δηλαδή του ανθρώπου. Η βιοτική ευημερία μπορεί να είναι η ευλογία του θεού διαμέσου της τεχνολογίας μέχρι σήμερα.

Τεχνολογία: φάρμακο ή φαρμάκι;

Αυτή όμως είναι μόνο η μια όψη της επιστήμης (τεχνολογίας), η ορατή και φωτεινή. Δυστυχώς υπάρχει και η άλλη πλευρά, η σκοτεινή και αθέατη όψη της, η οποία έχει μετατρέψει την «ευλογία Θεού» σε «φάρμακο που έγινε φαρμάκι» και που έχει όχι μόνο θετικές ενέργειες, αλλά και παρενέργειες, παράγει επιθυμητά προϊόντα και ανεπιθύμητα υποπροϊόντα.

Για παράδειγμα, η ανακάλυψη της πυρηνικής ενέργειας από τη σύγχρονη φυσική στον 20ο αιώνα είχε ως αποτέλεσμα την τεχνολογική εφαρμογή της με δύο τρόπους: πολεμικά και ειρηνικά. Η ατομική βόμβα και η χρήση της στα 1945, ήταν η πρώτη πολεμική εφαρμογή της πυρηνικής ενέργειας. Η ειρηνική χρήση της αντίθετα, εξασφάλισε φθηνή ενέργεια στις χώρες που τη χρησιμοποιούν, άφθονη και χωρίς εξάρτηση από άλλες χώρες, περιορίζοντας δραστικά το ακριβό και με ημερομηνία λήξεως πετρέλαιο. Η οποία πάλι όμως έχει ως αποτέλεσμα τη μόλυνση του περιβάλλοντος από ραδιενεργά απόβλητα και έκλυση ραδιε-νέργειας!

Υπάρχουν δεκάδες μικρότερα ή μεγαλύτερα, αλλά το οικολογικό πρόβλημα (η μόλυνση και η σταδιακή καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος), είναι η σοβαρότερη παρενέργεια της ειρηνικής χρήσης της πυρηνικής ενέργειας από την τεχνολογία. Έτσι, η χρήση των προϊόντων της επιστήμης (κυρίως η σύγχρονη τεχνολογία), μπορεί να αποβεί από πολλα-πλά ενεργητική και ευεργετική μέχρι επιβλαβής ή επικίνδυνη.

Ωστόσο, η επιστήμη δεν ευθύνεται για τις όποιες παρενέργειές της. Αποκλειστικός υπεύθυνος είναι ο ίδιος ο άνθρωπος με την ηθική συμπεριφορά του και την κατάχρησή της. Από την άλλη, δε μπορεί να απαξιωθεί (πράγμα που πολλοί «ρομαντικοί» ευαγγελίζονται), καθόσον αυτό θα σήμαινε επιστροφή στις άθλιες συνθήκες ζωής και οπισθοδρόμηση στη βαρβαρότητα.

Η τεχνική πρόοδο και η ανάπτυξη των επιστημών πρέπει να είναι εργαλείο για τη βελτίωση των συνθηκών της ζωής και μέσα στα περιορισμένα πλαίσια της κοσμικής ζωής. Το σημαντικό για τον άνθρωπο είναι η ποιότητα της ζωής και η ορθή πορεία προς τον προορισμό του, που σύμφωνα με το χριστιανικό δόγμα είναι η πνευματική εξύψωση και η θέωσή του!

Ορθόδοξη πρόταση

Ναι στην ευρεία χρήση της επιστήμης (και δη της τεχνολογίας), όχι όμως στην κατάχρησή της. Το κλειδί βρίσκεται στα χέρια μας και λέγεται «ευθύνη». Η τεχνολογική πρόοδος μπορεί να αποβαίνει σωτήρια για τον άνθρωπο, όταν στηρίζεται στην ηθική ευθύνη. Όταν η χρήση γίνεται με βάση την αγάπη (το θεμέλιο του χριστιανισμού), όταν αποβλέπει στο πραγματικό συμφέρον του ανθρώπου, τότε οι προοπτικές που διανοίγονται είναι αισιόδοξες. Ο χριστιανός στέκεται κριτικά απέναντι στην τεχνολογία. Αντιλαμβάνεται ότι αυτή έχει μεγάλη δύναμη και επιδρά στη ζωή του διαμορφώνοντας σε μεγάλο βαθμό ακόμη και τη συμπεριφορά του. Δεν υπερεκτιμά τις δυνατότητές της, δεν τη θεοποιεί, αλλά ούτε και την απορρίπτει. Κρίνει ανάλογα με τη χρήση της και είτε αποδέχεται τα επιτεύγματά της είτε τα καταδικάζει. Η Εκκλησία δεν είναι αντίθετη προς την τεχνολογική ανάπτυξη και την εξέλιξη της επιστήμης, αλλά θέτει ως προϋπόθεση μόνο τη σωστή χρήση της. Η δε επιστήμη οφείλει να λειτουργεί με ανθρώπινο πρόσωπο για χάρη του ανθρώπου και προς πλήρωση του πραγματικού της στόχου.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν αντιπαρατέθηκε ποτέ στην εξέλιξη των θετικών επιστημών και της τεχνολογίας, ούτε τις φοβήθηκε. Αντιθέτως χρησιμοποίησε πάντοτε την τεχνολογία. Απόδειξη τα μοναστήρια μας και τα όσα έργα και κειμήλια έχουν διασωθεί σ' αυτά. Έργα και εργαλεία μηχανικά, υδραυλικά, αρχιτεκτονικά, κλωστοϋφαντουργικά, ιατρικά. Οι όποιες επιφυλάξεις ή και αντιδράσεις κληρικών και λαϊκών αφορούν στον φόβο τους για τους επιστήμονες και τους τεχνολόγους εκείνους, για τους οποίους υπάρχει ο κίνδυνος να απανθρωποποιηθούν, να χάσουν την ψυχή τους και να προκαλέσουν ανεπανόρθωτη ζημιά στην ανθρώπινη κοινωνία.

Πρωταρχικός τομέας καθημερινής επιστημονικής πρακτικής είναι η πληροφορική την οποία χρησιμοποιεί για το ποιμαντικό Της έργο, αλλά και για την καλύτερη εξυπηρέτηση των υπηρεσιών Της.

Πληροφορική: ναυαρχίδα των επιστημών του 21ου αιώνα

Ο τεράστιος όγκος των διατιθεμένων πληροφοριών και η ευκολία πρόσβασης σ' αυτές δια των ηλεκτρονικών υπολογιστών είναι πρωτοφανής στην πορεία της ανθρωπότητας. Η εξέλιξη αυτή είναι κατ' αρχήν θετική, αφού οι πολλές αυτές γνώσεις διασπείρονται σε όλη την Οικουμένη, με πολύ περισσότερη πάντως αξιοποίηση από τους κατοίκους και ειδικότερα τους νέους και τις νέες των προηγμένων οικονομικά χωρών. Όμως για να είναι πολιτισμικά υγιής και εθνολογικά βιώσιμη η κάθε κοινωνία κι επομένως και οι προηγμένες οικονομικά και τεχνολογικά, πρέπει τα μέλη τους όχι μόνο να εμπλουτίζουν τη διάνοια τους με γνώσεις, αλλά να διδάσκονται κυρίως τη Γνώση, να μαθαίνουν την Αλήθεια και να αποκτούν αυτοσυνειδησία. Αυτό είναι το απόσταγμα της μακραίωνης κοινωνιολογικής εμπειρίας και της ιστορίας του Παγκόσμιου Πολιτισμού.

Πριν την Πληροφορική η ανθρωπότητα γνώρισε τη μεγάλη επανάσταση στις γνώσεις και τις πληροφορίες με την εφεύρεση της Τυπογραφίας, όταν οι ειδήσεις και τα έργα των μεγάλων σοφών της οικουμένης έπαυσαν να είναι προνόμιο των ολίγων. Και δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο βιβλίο το οποίο τύπωσε ο Γουτεμβέργιος ήταν η Αγία Γραφή, που θα βοηθούσε τους πολλούς ανθρώπους στη Γνώση.

Η τεχνολογία και η Πληροφορική είναι ουδέτερη ως προς την επίδρασή της στον άνθρωπο, εξαρτώμενη όπως αναφέρθηκε παραπάνω, από τον ίδιο τον άνθρωπο και τη χρήση που αυτός κάνει. Βέβαια όσο προχωρεί η τεχνολογία η έκταση που μπορεί να πάρει η ευλογία ή η καταστροφή συνεχώς μεγαλώνει και μάλιστα με εκθετική πρόοδο. Έτσι, ο άνθρωπος βιώνει μια ιδιότυπη «φυλακισμένη» ελευθερία απέναντι στην τεχνολογία.

Προγενέστερα της εποχής μας, ο αμερικανός στοχαστής Λιούις Μάμφορντ αμέσως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και συγκεκριμένα το 1948, τόνισε σχετικά ότι «αντί να συνεχίζουμε να μηχανοποιούμε τον άνθρωπο και να τον υποβάλλουμε σε πειθαρχία, πρέπει να κάνουμε ακριβώς το αντίθετο: πρέπει να εξανθρωπίσουμε τη μηχανή» και προσέθεσε ότι αντί να βάλουν οι άνθρωποι τα θεμέλια της Ύπατης Εποχής της Μηχανής πρέπει να δημιουργήσουν την πρώτη αληθινή εποχή του Ανθρώπου (Λ. Μάμφορντ "Ο μύθος της μηχανής", έκδ. "Υψιλον", Αθήνα, 1985, σελ. 140).

Και ο Ορθόδοξος Ρώσος φιλόσοφος Νικόλαος Μπερντιάγεφ το 1934, μετά δηλαδή τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και πριν από τη λαίλαπα του Β' κι ενώ ολοκληρωτικά και τυραννικά καθεστώτα κυβερνούσαν μεγάλες Ευρωπαϊκές χώρες υπογράμμισε: «Η ανθρωπότητα έγινε δούλη των επινοήσεων της τεχνικής και η εποχή μας ουσιαστικά τοποθετήθηκε κάτω από την εξουσία της… Ο απανθρωπισμός πρώτα απ' όλα είναι η μηχανοποίηση της ανθρώ-πινης ζωής, η υποταγή στην τεχνική, η μεταμόρφωση του ανθρώπου σε μηχανή. Η μηχανική δύναμη διασπά την πληρότητα της ανθρώπινης εικόνας και η οικονομική ζωή φαίνεται ολότελα χωρισμένη από την πνευματική που εξωθείται όλο και πιο πολύ στο περιθώριο. Έτσι της αφαιρείται το δικαίωμα να κατευθύνει τη ζωή». ( Νικ. Μπερντιάγεφ "Το πεπρωμένο του ανθρώπου στο σύγχρονο κόσμο", Ελλ. Έκδ. Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 1980, σελ. 90).

Αυτά που γράφτηκαν πριν από την τεχνολογική εξέλιξη της Πληροφορικής μπορούμε εύκολα να τα μεταφέρουμε σ' αυτήν. Έχουν πλήρη εφαρμογή. Γιατί κυρίως στον Δυτικό Άνθρωπο πάντα υπήρχε ο πειρασμός της υποταγής του στα προϊόντα της σκέψης του και της μετατροπής του σε υποτακτικό ειδώλων που ο ίδιος κατασκεύαζε.

Ο υπολογιστής μπορεί να μας κάνει να αισθανόμαστε δίπλα μας τον άνθρωπο της Αυστραλίας, αλλά παράλληλα μπορεί και να μετατρέπει σε ξένο και άγνωστο τον άνθρωπο του διπλανού μας διαμερίσματος. Η Ορθοδοξία μας αντίθετα προς το ρεύμα της εποχής, στηρίζεται στην έμπρακτη αγάπη μεταξύ των ανθρώπων, στη σχέση που αναπτύσσεται μεταξύ τους. Πρότυπο η σχέση των τριών Προσώπων της Αγίας Τριάδος.

Παιδεία: το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα των σύγχρονων δυτικών πολιτισμών (τεχνοκρατικός προσανατολισμός)

Στις μέρες μας το παιδαγωγικό ιδεώδες, όσο και αν αμφισβητείται θεσμικώς, στην πράξη φαίνεται ότι προσδιορίζεται αποφασιστικά από μια τεχνοκρατικά προσανατολισμένη παιδεία, η οποία εμφανίζει έντεχνα τον προσανατολισμό αυτόν ως εντελώς αναγκαίο για μια ρεαλιστική αντιμετώπιση της σύγχρονης ζωής από τους νέους, μέσα όμως από μια σαφώς βιοποριστική προοπτική. Αλλά έτσι η παιδεία μας εμφανίζεται ως χρησιμοθηρική. Ο χρησιμοθηρικός και βιοποριστικός χαρακτήρας της παιδείας οδήγησε άλλωστε και στη σύγχρονη εμπορευματοποίησή της, με όλες τις αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα της ευρύτερης ζωής.

Τα πρότυπα της παιδείας αυτής είναι σαφώς Δυτικά, με χαρακτήρα ραφιναρισμένου ουμανισμού, και ουσιαστικώς υλιστικά. Είναι στην πράξη η ανάγλυφη φανέρωση της αλλοτρίωσης από την πίστη και τη ζωή της Εκκλησίας. Αν θέλαμε όμως να αναζητήσουμε και την εγχώρια υποδομή της σύγχρονης παιδείας μας, θα την βρίσκαμε κατά τη γνώμη μας αναμφίβολα στην κενοδοξία και τη φιλοχρηματία μας. Το καθένα από αυτά τα δύο κατά τον ιερό Χρυσόστομο θα αρκούσε και από μόνο του να οδηγήσει τον άνθρωπο στην έλλειψη αυτογνωσίας και στην αλλοτρίωση από τον Θεό. Τώρα όμως που συμβάλλουν και τα δύο μαζί, σαρώνουν κυριολεκτικά κάθε γνήσιο ανθρωπολογικό στοιχείο, και μάλιστα από εκείνα που κατεξοχήν χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο ως άνθρωπο.

Η παιδεία στα πλαίσια της Εκκλησίας αποκτά κατά κυριολεξία πνευματικό περιεχόμενο. Δεν περιορίζεται στη νοητική διαδικασία, στη γυμνασία του νου, για την αναγωγή του στην αλήθεια των όντων, ούτε όμως και εξαντλείται απλώς σε ηθικές αρετές και σε μορφωτικά ιδεώδη. Η παιδεία που παρέχει ο Θεός δια της Εκκλησίας είναι παιδεία πνευματική, παιδεία που καθιστά το μέτοχό της φορέα της αγιότητας του Θεού.

Η μονομερής και αυτόνομη ανάπτυξη των θεωρουμένων ως κορυφαίων επιστημών, με σημαιοφόρο την υψηλή τεχνολογία, δεν κατέστησαν ποιοτικώς τον άνθρωπο καλύτερο. Η αγιότητα αποτελεί πραγματικότητα, η οποία υπερβαίνει κατά πολύ την συμβατική αρετή, που έχει ως πρότυπό της η κλασσική ελληνική παιδεία. Η σύγχρονη παιδεία δεν ανταποκρίνεται στην ανάπτυξη των πραγματικών ανθρωπολογικών καταβολών, με αποτέλεσμα να εκπαιδεύει μονομερώς τον άνθρωπο και μάλιστα να του στερεί την αληθινή ολοκλήρωσή του ως προσώπου.

Η εποχή μας μπορεί να μην είναι εμφανώς ειδωλολατρική, είναι όμως βαθύτατα εκκοσμικευμένη και πολυπολιτισμική. Όταν έχουμε τη συνείδηση ότι τα παιδιά μας ανήκουν κατεξοχήν στο Χριστό και ότι μας έχουν εκχωρηθεί απ' αυτόν για να τα αναθρέψουμε ως αθλητές του Χριστού και πολίτες της βασιλείας του, τότε πρακτικώς η ζωή μας παραμένει προσανατολισμένη πνευματικά. Όταν υπάρχει η εκκλησιαστική στάση ζωής, ακολουθεί αυτό-νοήτως η δημιουργική πρόσληψη του πολιτισμού της εποχής μας. Δεν φοβόμαστε τον πολιτισμό, όταν γευόμαστε την όντως αθάνατη ζωή του Χριστού.

Η τεχνολογία μπορεί να προσλαμβάνεται από τον πιστό, όχι όμως και η τεχνοκρατία, η οποία αποτελεί το «ιό». Την εκτροπή και την «αμαρτία» της τεχνολογίας, ως αλλοτριωτικής εξουσίας πάνω στον άνθρωπο. Γι’ αυτό άλλωστε και δεν φοβόμαστε μήπως δούμε σύντομα τους μαθητές να πηγαίνουν στο σχολείο με φορητούς υπολογιστές, που θα υποκατα-στήσουν τη σχολική τσάντα. Ο προβληματισμός μας εστιάζεται κυρίως στον στόχο και τον προσανατολισμό της ραγδαίως αναπτυσσόμενης αυτής τεχνολογίας.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία εκ παραδόσεως δεν αντιτίθεται στην καλλιέργεια των επιστημών και των τεχνών ούτε στον άυλο χαρακτήρα της περιουσίας. Απλώς δεν ευνοεί τη μονομερή και αυτόνομη ανάπτυξη της ανθρώπινης γνώσεως. Μόνον όταν η επιστημονική ή οποια-δήποτε άλλη δραστηριότητα ενισχύεται και εμπλουτίζεται με τη χάρη του Θεού, μπορεί να οδηγεί απλανώς στην καταξίωση και στην ουσιαστική αναβάθμιση του ανθρώπινου προ-σώπου. Χωρίς την αναφορά των όντων στο Θεό Λόγο τα όντα αυτονομούνται, χάνουν την ενότητα και το έλλογο νόημά τους, με συνέπεια την παράχρησή τους από τον άνθρωπο. Δεν υπάρχει πράγμα στο υλικό και νοητό επιστητό, που να μην έχει το λόγο του και να είναι παράλογο.

Έτσι στα πλαίσια της Εκκλησίας τα πράγματα καθεαυτά, αλλά και οι γνώσεις γι' αυτά, τίθενται ευχαρίστως και ευχαριστιακά στην υπηρεσία του ανθρώπου και δεν λειτουργούν στην κατεύθυνση της αυτοβεβαιώσεως του εγώ και της κυριαρχίας πάνω στους άλλους («τα πάντα δι' αυτού και εις αυτόν έκτισται»).

Σήμερα, την εποχή της υψηλής τεχνολογίας της πληροφορικής, την αυθεντικότερη πληροφορία για τη ζωή του κόσμου και την προσωπική μας ζωή την παίρνουμε από τους ζώντες χαρισματικούς φορείς. Αυτοί είναι πολύ πιο ενημερωμένοι από τον τύπο, το ραδιόφωνο, την τηλεόραση, τα τελειότερα ιατρικά μηχανήματα, την ισχυρότερη μνήμη, έχουν την μεγαλύτερη εμβέλεια, είναι παγκοσμίου λήψεως και κινούνται με άνεση σε παρελθόν και μέλλον, επειδή ζουν τον λειτουργικό χρόνο της Εκκλησίας, που έχει τη διάσταση και την προοπτική της αιωνιότητας.

«Γινώσκουσα πίστη και πιστεύουσα γνώση»

Τελειώνοντας αυτή τη μικρή εργασία θα αναφερθώ σε δύο ιστορικούς της Ορθοδοξίας και της Επιστήμης, οι οποίοι κατέθεσαν την ψυχή τους στον ξεχωριστό Θεό τους, ο οποίος όμως ουσιαστικά είναι ο ίδιος υπό άλλο πρίσμα… Ο Μ. Βασίλειος λέγει: «…την προσευχήν μεταξύ του έργου πληρούν∙ ευχαριστούντες μεν τω δεδωκότι και δυνάμιν χειρών προς έργα, και σοφίαν διανοίας προς ανάληψιν της επιστήμης, και την ύλην χαρισαμένω, την τε εν τοις εργαλείοις, και την υποκειμένην ταις τέχναις , άσπερ αν τύχωμεν εργαζόμενοι∙ προσευχόμενοι δε κατευθυνθήναι τα έργα ημών προς τον σκοπόν της προς Θεόν ευαρεστήσεως» (…να συμπληρώνουμε την προσευχή μας κατά τη διάρκεια του έργου. Ευχαριστώντας αυτόν που μας έδωσε και τη δύναμη των χεριών για έργα και τη σοφία του μυαλού για ανάληψη της επιστήμης και αυτόν που χάρισε την ύλη και αυτήν που υπάρχει στα εργαλεία και αυτήν που βρίσκεται στις τέχνες, τις οποίες θα πετύχουμε με την εργασία. Προσευχόμενοι δε να κατευθυνθούν τα έργα μας προς το σκοπό να ευαρεστήσουμε στο Θεό!).

Επιστήμονες και πιστοί τελικά συναντώνται έκθαμβοι στα βάθη του μικρόκοσμου και στην απεραντοσύνη του μακρόκοσμου, για να θαυμάσουν και να υμνήσουν τη δύναμη και τη σοφία του δημιουργού τους, αναφωνούντες μαζί με τον ψαλμωδό: «Ως εμεγαλύνθη τα έργα Σου, Κύριε, πάντα εν σοφία εποίησας» (Ψαλμ. 103,24).-


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. «Ο Τεχνοκρατικός Προσανατολισμός της Σύγχρονης Παιδείας και η Ορθόδοξη Πνευματικότητα», Καθηγητή Δημητρίου Ι. Τσελεγγίδη, Τμήμα Θεολογίας Α.Π.Θ.
2. «Νέες Τεχνολογίες και Αγωγή της Νεολαίας», μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ.κ. Χριστοδούλου.
3. «Θέματα Χριστιανικής Ηθικής» και «Χριστιανισμός και Θρησκεύματα», σχολικά εγχειρίδια Ο.Ε.Δ.Β.
4. Πηγές διαδικτύου.

---------------------

[Αριστη εργασία! Γραμμένη από κάποιον, στη γραφίδα του οποίου είναι φανερή η αγάπη που τρέφει για τη Θεολογία.
Χαρ. Ανδρεόπουλος]






Σάββατο 10 Μαΐου 2008

Εκκλησία και Περιβάλλον



1ο ΙΕΚ ΛΑΡΙΣΑΣ
ΤΜΗΜΑ: ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ
ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ (Ε).
ΕΡΓΑΣΙΑ : ΤΖΙΑΤΖΙΟΥ ΕΛΕΝΗ



«Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ»



«Και έλαβε Κύριος ο Θεός τον άνθρωπον, όν έπλασε, και έθετο αυτόν εν τω Παραδείσω της τρυφής, εργάζεσθαι αυτόν και φυλάσσειν»1.
Αυτή την εντολή έδωσε ο Δημιουργός στο δημιούργημά Του τον άνθρωπο, δηλαδή να εργάζεται και να φυλάσσει τον Παράδεισο, το φυσικό περιβάλλον που του εμπιστεύθηκε ο Κύριος.

Στην Παλαιά Διαθήκη τονίζεται ότι ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο μια κυριαρχική θέση στην κτίση. Παρόλα αυτά ο άνθρωπος δεν είναι ανεξέλεγκτος, καθώς οφείλει να προσέχει το περιβάλλον ως καλός διαχειριστής και όχι ως ανεξέ-λεγκτος ιδιοκτήτης του. Η ίδια θέση επαναλαμβάνεται στην Κ. Διαθήκη και στα κείμενα των Πατέρων και των εκκλησιαστικών συγγραφέων. Πρακτικά οι παραπάνω θέσεις εκφράζονται μέσα από την αγάπη των Βυζαντινών για το φυσικό περιβάλλον και για τα ζώα, μια αγάπη που κληρονομήθηκε ως ιδανικό έως τις μέρες μας.

Ο άνθρωπος φτιάχτηκε «κατ’ εικόνα» και «καθ’ ομοίωσιν» του Θεού και του δόθηκε η εξουσία σε όλο το φυτικό και το ζωικό βασίλειο από τα ψάρια της θάλασσας έως τα πτηνά του ουρανού, καθιστώντας τον κυρίαρχο όλης της κτίσης. Η κτίση η οποία δεν προϋπήρχε και δεν προέρχεται από τη θεία ουσία δεν είναι αυθύπαρκτη, αλλά αντίθετα είναι σε απόλυτη εξάρτηση από το Δημιουργό-Θεό2. Η δημιουργία του κόσμου είναι αποτέλεσμα της προσωπικής δημιουργικής θέλησης του Θεού. Η παρουσία του Θεού στην κτίση δεν περιορίζεται μόνο στην περίοδο της δημιουργίας αλλά συνεχίζεται καθώς επεμβαίνει διαρκώς στην ιστορία. Ο Θεός ενδιαφέρεται για την κτίση και αποτελεί εγγύηση για τον άνθρωπο ότι δεν θα επανέλθει η αρχική χαώδης κατάσταση, η οποία θα σημάνει και την καταστροφή του ανθρώπινου γένους3.
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
1.- Βλ.- Αγία Γραφή, Βιβλίο Ι, 2, 15. Επίσης Ιερεμία Φούντα, Ερμηνεία Παλαιάς Διαθήκης, Πειραιεύς 1986, τομ. ΙΑ, σελ. 122 επ.
2.- Βλ. Ματσούκας, 1985, σ. 147-151.
3.- Βλ. Καϊμάκης, 1999, σ. 37-38.
Η κυρίαρχη θέση του ανθρώπου πάνω στα δημιουργήματα αποτελεί σημαντικό στοιχείο της δημιουργίας. Πολλοί πιστεύουν ότι η εσφαλμένη ερμηνεία της εντολής του Θεού προς τον άνθρωπο για κυριαρχία αποτελεί μία από τις αιτίες της οικολογικής κρίσης4. Η υποταγή της γης στον άνθρωπο και η εξουσία του πάνω σε όλη την κτίση, την οποία παραχώρησε ο Θεός στον άνθρωπο, γίνεται στο πλαίσιο μιας ιεράρχησης των δημιουργημάτων του Θεού και μιας αρμονικής συνύπαρξης και εξυπηρέτησης του τελειότερου δημιουργήματος, δηλαδή του ανθρώπου5. Όμως η κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στη φύση δεν είναι χωρίς κανόνες, επειδή η εξουσία του ήταν δοσμένη από το Θεό και πάντοτε σε σχέση με τις ανάγκες του. Ο Θεός έβαλε τον άνθρωπο μέσα στον Παράδεισο όχι για να τον χρησιμοποιεί, όπως αυτός θέλει, αλλά για να τον καλλιεργεί και να τον προσέχει6. Ο άνθρωπος πρέπει να μεταχειρίζεται την κτίση ως κάτι που προορίστηκε από τον Θεό, όχι μόνο να επιζήσει αλλά να ολοκληρωθεί μέσα από τον άνθρωπο ο οποίος και αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στον Θεό και την κτίση. Στη σωστή σχέση του ανθρώπου με τον Θεό εντάσσεται η σωστή σχέση του ανθρώπου με την κτίση, επειδή η κτίση βοηθάει τον άνθρωπο να γνωρίσει το Θεό και να επικοινωνήσει μαζί Του7.

Στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται η σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον, την οποία βλέπει μέσα από τη σωστή σχέση του ανθρώπου με το Θεό. Παράλληλα δίνεται το μέτρο, ο χαρακτήρας και ο σκοπός της προαναφερόμενης σχέσης με βάση την ενανθρώπιση και την Ανάσταση του Χριστού8. Η ενσάρκωση του Λόγου του Θεού δεν αποτελεί μόνο μια επέμβαση του Θεού για τη λύση του οντολογικού προβλή-ματος του, αλλά και για τη λύση του προβλήματος της δημιουργίας, που προκλήθηκε από την πτώση του ανθρώπου. Πρόκειται για την «ανακεφαλαίωση» των ουράνιων και των επίγειων στο πρόσωπο του Χριστού9. Αυτή η νέα «εν Χριστώ» πραγματι-κότητα που συμφιλιώνει τον άνθρωπο με το περιβάλλον έχει ξεκινήσει με την ενανθρώπιση του Θεού Λόγου αλλά δεν έχει φτάσει ακόμα στην τελείωσή της, η οποία θα λάβει χώρα στα έσχατα. Η σύνδεση με το Χριστό θα είναι ο καθοριστικός παράγοντας για την ένταξη στη νέα κτίση10. Για αυτό και η κυριαρχία του ανθρώπου στην κτίση θα πρέπει να ασκείται όχι για την εξυπηρέτηση των προσωπικών αναγκών
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
4.- Βλ. Φιλοθέου, 1994, σελ. 414-415.
5.- Βλ. Γαλάνης, 1985, σελ. 386.
6.- Βλ. Γέννεση, 2, 15.
7.- Βλ. Γαλάνης, 1985, σελ. 387.
8.- Βλ. Γαλάνης, 1985, σελ. 385.
9.- Βλ. Εφ. 1, 10.
10.- Βλ. Β΄ Κορ. 5, 17.
του, αλλά για την επίτευξη της σωτηρίας του, της μελλοντικής κρίσης του και της ένταξής του στη νέα εσχατολογική πραγματικότητα της Βασιλείας του Θεού11. Στα έσχατα θα λάβει χώρα η οριστική ρύθμιση των σχέσεων του ανθρώπου με το περιβάλλον. Όλη η κτίση περιμένει αυτή τη στιγμή της δόξας του Κυρίου που θα σημάνει και τη λύτρωση της12. Έως τότε όμως η κτίση παραμένει υποταγμένη στον άνθρωπο και βιώνει τις συνέπειες της αρνητικής στάσης του ανθρώπου προς τον Θεό. Αλλά και ο άνθρωπος συμπάσχει μαζί με τη φύση, παρά το γεγονός ότι αυτός είναι ο υπαίτιος για τα όσα βιώνει τόσο ο ίδιος όσο και η κτίση. Ο Απ. Παύλος δηλώνει ξεκάθαρα ότι η κτίση υποτάχθηκε στη φθορά όχι επειδή έφταιγε αλλά επειδή έτσι θέλησε ο άνθρωπος που την συμπαρέσυρε με την πτώση του13. Η θεολογία του Απ. Παύλου τονίζει το στενό δεσμό του ανθρώπου και της κτίσης που κινούνται μαζί μέσα στο χρόνο έχοντας ως κοινό σκοπό τη σωτηρία14. Στο σημείο αυτό φαίνεται ο παραλογισμός και το αδιέξοδο στο οποίο έχει οδηγηθεί ο άνθρωπος με άμεση συνέπεια να στρέφεται κατά του εαυτού του και κατά του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζει. Είναι αυτονόητο ότι κάθε αρνητική ενέργεια του ανθρώπου προς το περιβάλλον έχει ως τελικό αποδέκτη τον άνθρωπο, επιτείνοντας τη σύγχυση και την απελπισία του.



Οι Πατέρες της Εκκλησίας για τη σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον ακολουθούν σε γενικές γραμμές τις θέσεις που αναπτύσσει η Αγία Γραφή και κυρίως η Καινή Διαθήκη. Η βιβλική θέση ότι ο Θεός είναι ο δημιουργός του κόσμου επαναλαμβάνεται από τους Πατέρες με την προσθήκη ότι ο Θεός δεν άφησε την κτίση μετά τη δημιουργία αλλά μεριμνά γι’ αυτήν15.


Σύμφωνα με τον Άγιο Γρηγόριο, ο άνθρωπος «έχει μεικτή φύση, βασιλιάς όλων πάνω στη γη αλλά υποτελής στον ουρανό, είτε βρίσκεται στη γη είτε στον ουρανό. Γι’ αυτό, η κυριαρχία του ανθρώπου δεν του παρέχει την άδεια κατάχρησης και καταστροφής». Κεντρική θέση στη διδασκαλία των Πατέρων έχει η χριστοκεντρική θεώρηση της κτίσης και η εσχατο-λογική προοπτική της. Ο Χριστός με την ενανθρώπισή του προσέλαβε το ανθρώπινο σώμα, δηλαδή την ύλη για την σώσει16. Παίρνοντας το ανθρώπινο σώμα, έδειξε ότι ο άνθρωπος θα ήταν αδιανόητος χωρίς το σώμα του και ότι δεν ήλθε να σώσει ο Χριστός
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
11.- Βλ. Μτ. 6, 33 και Λκ. 12,31.
12.- Βλ. Ρωμ. 8,19.
13.- Βλ. Ρωμ. 8,20.
14.- Βλ. Γαλάνης, 1985, 390.
15.- Βλ. Ερμάς, Ποιμήν, εντ. Θ΄.
16.- Βλ. Γρηγόριος Νύσσης, PG 44, 233D.

μόνο τον άνθρωπο αλλά και όλη την κτίση. Μεγαλύτερη καταξίωση του φυσικού περιβάλλοντος δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Το σώμα του βίου θεωρείται ιερό. Τα πλάσματα επί της γης δεν είναι μόνο αλληλοεξαρτώμενα αλλά εξαρτώνται επίσης από το Θεό και την αγάπη Του. Η ζωή εξαρτάται από την επικοινωνία με το Θεό. Ο αποχωρισμός από το Θεό οδηγεί τελικά σε δυσαρμονία. Το σώμα του ανθρώπου αποτελεί κατά την Εκκλησία το κυριότερο των ποιημάτων του Δημιουργού, το δε πνεύμα του, «καθ’ ομοίωσιν», του προσδίδει στενή συγγένεια με τον Δημιουργό. Το ότι η ανθρώπινη λογική είναι θεϊκής προελεύσεως το επισημαίνει και ο Μ. Βασίλειος στην 233 Επιστολή του: «καλόν μεν ο νους και εν τούτω έχομεν το κατ’ εικόνα του κτίσαντος». Ο άνθρωπος ο οποίος διαθέτει όχι μόνο την ελευθερία της βουλήσεως, αλλά και την λογική, ώστε να είναι «κατ’ εικόνα Θεού» και «καθ’ ομοίωσιν Θεού», δημιούργησε την κρίση17 διότι σε κάποιο χρονικό σημείο λησμόνησε το υπό του Μ. Φωτίου λεχθέν, ότι «ο άνθρωπος είναι ενδιάμεσο όν μεταξύ Δημιουργού και δημιουργημάτων». Ο κάθε χριστιανός ανεξαρτήτως δόγματος αποδεχόμενος την δημιουργία του κόσμου από τον Δημιουργό και το ότι ο άνθρωπος είναι κατ’ εικόνα και ομοίωσιν του Θεού, έχει την υποχρέωση του σεβασμού του φυσικού περιβάλ-λοντος στο οποίο ζει το οποίο χαρακτηρίζεται ως ο εν ευρεία έννοια οίκος του, από όπου λαμβάνει άλλωστε και τις τροφές του για να επιβιώνει και να διαιωνίζεται. Βλέπουμε λοιπόν ότι οι Πατέρες ήταν εκείνοι που ανέπτυξαν πρώτοι μια θεολογία του περιβάλλοντος, σύμφωνα με την οποία η δημιουργημένη από το Θεό κτίση πλάστηκε για να συνυπάρχει αρμονικά με τον άνθρωπο, ο οποίος κυριαρχεί αλλά επίσης αποτελεί μέρος της, την αγαπά και τη διαφυλάσσει18.
Εκτός από τα κείμενα των Πατέρων, τα οποία ίσως να φαντάζουν κάπως θεωρητικά, ο Χριστιανισμός προβάλλει και πρακτικά παραδείγματα μέσα από τους Αγίους. Οι βίοι των Αγίων πέρα από παραδείγματα σωτηρίας αποτελούν και παραδείγματα αρμονικής συνύπαρξης του ανθρώπου με τη φύση. Η άσκηση των Αγίων ως προσπάθεια επιστροφής στο «κατά φύσιν» αποτελεί ταυτόχρονα και προσπάθεια επιστροφής στην αρχική κατάσταση αρμονίας του ανθρώπου με το περιβάλλον. Μέσα στους βίους των Αγίων φαίνεται η συμφιλίωση του ανθρώπου με τα φυτά, τα ζώα και γενικότερα κάθε στοιχείο της δημιουργίας19. Πρόκειται για ένα πρότυπο μείω-
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
17.- Βλ. Γ. Μαντζαρίδη, Η οικολογική κρίση της ανθρώπινης υποστάσεως, Πρακτικά Συνεδρίου Ορθοδοξία και Περιβάλλον, Καβάλα 1993, σελ. 100 επ.
18.- Βλ. Σινάκος, 2003, σ. 38-39.
19.- Βλ. Μπαλατσούκας, 1996, σ. 132.

σης των υλικών αναγκών με κύριο χαρακτηριστικό τη λιτότητα.

Στην προοπτική αυτή ο Μοναχισμός πρόβαλε ένα παράδειγμα ζωής απόλυτα συμβατό με το φυσικό περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε. Το παράδειγμα των Αγίων προσπαθούν να ακολουθήσουν έως σήμερα οι ασκητές και οι μοναχοί, οι οποίοι δείχνουν μια ιδιαίτερη ευαισθησία για το περιβάλλον. Αρκεί να αναφέρουμε το παράδειγμα της Μοναστικής Πολιτείας του Αγίου Όρους, όπου το 90,25% της έκτασής του καλύπτεται από δάση20. Ο Ορθόδοξος Μοναχισμός, που πηγάζει από τα χίλια περίπου Μοναστήρια της Ελλάδος, που όλα έχουν κτισθεί κατ’ εξοχήν σε σημεία ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους, έρχεται να διδάξει στον πιστό την ανάγκη για εργασία, σιωπή και ησυχία. Αποτελεί παράδοση, ο ορθόδοξος μοναχός να εργάζεται στην φύση και να προσεύχεται με την νοητή προσευχή. Με την συμπεριφορά του αυτή διδάσκει, έστω και αν δεν έχει υψηλή μόρφωση, ότι ο σωστός άνθρωπος, που θα δημιουργήσει τον σωστό κόσμο, δεν είναι εκείνος ο οποίος ομιλεί σωστά αλλά εκείνος που ζει σωστά, σύμφωνα με τις ρήσεις του Ευαγγελίου. Ο Ορθόδοξος μοναχισμός διδάσκει με τον τρόπο ζωής του την δημιουργία της απαραίτητης περιβαλλοντικής συνειδήσεως, της νέας Ηθικής, η οποία στην πραγματικότητα είναι η μία και μόνη διαμορφωθείσα στους αιώνες και την οποία δυστυχώς λησμονήσαμε.

Εάν ο Ορθόδοξος μοναχισμός υποδεικνύει έναν άλλο τρόπο ζωής για τον πιστό, η επίσημη Εκκλησία δεν διστάζει να συνδέει το περιβάλλον και την προστασία του με την Ειρήνη στον κόσμο. Γνωρίζουμε ότι η διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος συνάπτεται με την κατάπαυση των πολεμικών συρράξεων, την αποκατάσταση της δικαιοσύνης και την σωστή διαχείριση των πόρων ώστε να μην υπάρχει φτώχεια στους λαούς.
Η παρέμβαση της Ορθοδοξίας είναι σημαντική στην λειτουργική, όταν εκφράζεται «υπέρ ευκρασίας αέρων, ευφορίας των καρπών της γης». Επίσης στην Θεία Λειτουργία του Μ. Βασιλείου, ακούμε για «όμβρους ειρηνικούς προς καρποφορίαν τη γη δωρήσαι, τους αέρας υγιεινούς και ευκράτους ανθρώποις και κτήνεσιν κατασκεύασον…».
Το πρόβλημα της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος του ανθρώπου δεν είναι πλέον πολυτέλεια για την θεολογία. Η ραγδαία επιδείνωση της σχέσεως του ανθρώπου με το φυσικό του περιβάλλον παίρνει πλέον εφιαλτικές διαστάσεις. Όσοι
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
20.- Βλ. Χατζηφώτης, 2001, σελ. 19.

τυχόν αφήνουν το ζήτημα αυτό στην επέμβαση του Θεού και μόνον, παραβλέπουν και υποτιμούν την σημασία της ανθρωπίνης ελευθερίας και ευθύνης. Ο Θεός θα απαιτήσει λόγο από τους ανθρώπους για την τύχη του υλικού κόσμου τον οποίο τους έχει παραδώσει.


Κατά τα τελευταία χρόνια το περιβάλλον προστατεύεται και νομικώς. Η σχετική νομοθεσία έχει αναπτυχθεί κατά πολύ, τόσο ώστε, να μπορούμε να μιλάμε για «δίκαιο του περιβάλλοντος», ως ιδιαίτερο κλάδο του Δικαίου μας21. Όμως ξέρουμε ότι αυτό μόνο δεν είναι αρκετό για την διόρθωση των αμαρτιών μας. Προϋποτίθεται και η ανάπτυξη της συνειδήσεως γιατί η μελέτη και αντιμετώπιση του φυσικού περιβάλλοντος ως καρπού και απόρροιας της αγαπητικής διαθέσεως του Τριαδικού Θεού είναι αυτή που θα έθετε το πρόβλημα στις σωστές του διαστάσεις. Όταν οι άνθρωποι καταστρέφουμε ή αφήνουμε να καταστραφεί, είτε από άγνοια είτε από αδιαφορία και «ιερό» εφησυχασμό, την δημιουργία του Θεού, προσβάλλουμε τον Δημιουργό Της, ο Οποίος όχι μόνο την έπλασε «καλή λίαν», αλλά και την προόρισε να γίνει διά του ανθρώπου εν Χριστώ μέτοχος της ζωής και της δόξας Του.
Ο χριστιανισμός χαρακτηρίζεται από μια παλαιά παράδοση φροντίδας για το περιβάλλον, ανατροφής και φροντίδας των ζώων και περιποίησης για τα φυτά.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία καλείται να προβάλλει με όσο πιο μεγάλη έμφαση μπορεί τα δύο μεγάλα οικολογικά της όπλα, την Θεία Ευχαριστία και τον Ασκητισμό. Με το πρώτο βιώνεται η αξία του υλικού κόσμου ως κόσμου του Θεού και με το δεύτερο αποκαθαίρεται το σώμα από το ότι το εμποδίζει να είναι όργανο κοινωνίας με τους άλλους, με το φυσικό περιβάλλον και με τον ίδιο το Θεό.

Η Εκκλησία φροντίζει για την ανθρωπότητα, το περιβάλλον και την αλληλεξάρτηση τους κατά την εκτέλεση του μυστηρίου της Θείας Κοινωνίας και στην καθημερινή ζωή. Ο κλήρος θεωρεί συνεπή με τη θεολογική διδασκαλία τη σημαντική αποστολή της διατήρησης του περιβάλλοντος και της προώθησης των αξιών του βίου στον ανθρώπινο πολιτισμό. Στοχεύει στην περιφρούρηση του περιβάλλοντος. Η χριστιανική πίστη τονίζει το ρόλο και την αλληλεξάρτηση όλων των πλασμάτων της γης.

Το Ορθόδοξο Οικουμενικό Πατριαρχείο θεωρεί καθήκον του τη συνέχιση και τη διατήρηση του νοήματος της ζωής στον πλανήτη μας. Τονίζει την μοναδικότητα
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
21.- Βλ. Ευαγγελίας Κουτούπα-Ρεγκάκου, Δίκαιο του περιβάλλοντος, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2005, σελ. 6.
κάθε ανθρώπινου όντος. Η Ορθόδοξη Εκκλησία διδάσκει το σεβασμό του βίου, την παρατήρηση και μελέτη του μεγαλείου του θεωρώντας «Κάθε μικρό πλάσμα ως παρουσία του Δημιουργού. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, μας τονίζει ότι κάθε καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος από τον άνθρωπο αποτελεί «Προσβολήν κατά του Δημιουργού και προξενεί θλίψιν». Για το λόγο αυτό οι πιστοί καλούνται «να ευαισθητοποιηθούν εις την σοβαρότητα της αμαρτίας αυτής και να ενστερνισθούν το ανάλογον ήθος. Να παύσουν να θεωρούν εαυτούς ως ιδιοκτήτας της φύσεως και να αντιλαμβάνονται την αποστολήν των ως ιερέων της δημιουργίας».

Το στοιχείο που ανέδειξε τον άνθρωπο σε άρχοντα της δημιουργίας, είναι ο νους, το λογικό κριτήριο. Σ’ αυτόν οφείλονται η πρόοδος και η εξέλιξη, αλλά και οι κίνδυνοι. Μόνο η σωστή αγωγή του ανθρώπου, η εκπαίδευση που θα έχει σκοπό, όχι μόνο τη γνώση αλλά και την εσωτερική αναζήτηση της αλήθειας, μπορεί να προστατεύσει το βίο από τους κινδύνους.

Η ορθόδοξη ανθρωπολογία μας τονίζει ότι ο άνθρωπος δεν βρίσκεται μόνο σε σχέση εξάρτησης από την φύση αλλά και σε σχέση διαλεκτική μαζί της. Αυτό είναι το νόημα της έννοιας του προσώπου. Στην πατερική θεολογία το πρόσωπο χρησιμοποιείται για την Αγία Τριάδα και αυτό σημαίνει ότι ως πρόσωπο ο άνθρωπος προσπαθεί να υπερβεί τη φύση και να λειτουργήσει ελεύθερα από αυτήν, όπως ο Θεός. Πρόσωπο θα πει ελευθερία από την φύση αλλά και ελευθερία για την φύση. Και εδώ έγκειται η σπουδαιότητα του προσώπου για την οικολογία. Στην άσκηση της ελευθερίας του, ο άνθρωπος μπορεί να αντιταχθεί στο φυσικό του περιβάλλον και αυτό κάνει με την καταστροφή που επιφέρει. Αλλά μπορεί, εν ονόματι της ίδιας ελευθερίας και να το αγαπήσει και να το σεβαστεί. Με την ίδια ελευθερία με την οποία υπερβαίνει την δουλεία του στην φύση, μπορεί και να αγαπήσει την φύση, διότι την θεωρεί ως δώρο της αγάπης εκείνου Τον οποίον ελεύθερα αγαπά.

Ο ατομισμός και ο ευδαιμονισμός είναι βασικά αίτια της οικολογικής κρίσης και χωρίς την αντιμετώπιση τους δεν μπορεί να λυθεί το οικολογικό πρόβλημα. Γι’ αυτό και χαρακτηρίζεται κυρίως στην ουσία του πνευματικό πρόβλημα και με πελώριες διαστάσεις. Πρόκειται για τη στάση και το ήθος του ανθρώπου απέναντι στον κόσμο που τον περιβάλλει. Ο άνθρωπος ξέχασε τι είναι. Ξέχασε ότι είναι σώμα το οποίο συνδέεται οργανικά με τον υλικό κόσμο που τον περιβάλλει. Στην θεολογία γίνεται λόγος για την πτώση του ανθρώπου και την αμαρτία, που δεν είναι στην ουσία τίποτε άλλο από το να θεωρεί ο άνθρωπος τον εαυτό του ως το έσχατο σημείο αναφοράς όλης της ύπαρξης, δηλαδή να ανακηρύσσει τον εαυτό του θεό. Χωρίς τη θεραπεία του ανθρώπου από τον εγωκεντρισμό, τον ευδαιμονισμό, την περιφρόνηση προς τον υλικό κόσμο, η οικολογική κρίση απλώς θα επιδεινώνεται. Η λύση γνωρίζουμε πως βρίσκεται στη θρησκεία η οποία καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον, μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να «μετανοήσουν», δηλαδή να αλλάξουν στάση και ήθος, νοοτροπία και συμπεριφορά.

Το Ευχαριστιακό ήθος σημαίνει για τον πιστό χρήση των φυσικών πόρων εν ευχαριστία με αναφορά και πάλι προς το Θεό. Το Ασκητικό ήθος σημαίνει για τον ορθόδοξο όχι μόνον την νηστεία, επομένως περιορισμό της καταναλωτικής συνη-θείας, αλλά και άλλες πνευματικές ασκήσεις. Συγκεκριμένα, ότι όλα είναι δώρα Θεού προορισμένα για την ικανοποίηση των αναγκών μας και όχι για σπατάλες, επειδή ενδεχομένως έχουμε την δυνατότητα να πληρώνουμε γι’ αυτά, διότι πρόκειται περί αγαθών εν ανεπαρκεία. Το λειτουργικό ήθος της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, διδάσκει ότι η ένσαρκος παρουσία του Χριστού στην γη σημαίνει την σωτηρία ολοκλήρου του κόσμου και όχι μόνον των ανθρώπων και προσπαθεί να βοηθήσει με τη διδασκαλία της τον άνθρωπο να ασκήσει με εποικοδομητικό τρόπο την εξουσία του πάνω στη φύση προς το κοινό όφελος22.
Γνωρίζουμε λοιπόν ότι η εκκλησία έχει θέσεις απέναντι στο περιβάλλον. Κατά τη θεία λειτουργία προσευχόμαστε για όλη τη δημιουργία. Με τον αγιασμό όλη η φύση και η ύλη ανακαινίζεται και αγιάζεται με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Η εκκλησία με τα μυστήρια και τις αγιαστικές πράξεις αγιάζει τον άνθρωπο και την καθημερινή ζωή. Ότι χρειάζεται ο άνθρωπος για να συντηρηθεί υλικά και πνευματικά το βρίσκει στον ωραίο κόσμο που δημιούργησε ο Θεός και τον ευλογεί. Ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης Βαρθολομαίος στο Α΄ Οικολογικό Συνέδριο το 1992 είπε: κάθε προσβολή προς το φυσικό περιβάλλον από τον άνθρωπο αποτελεί προσβολή κατά του Δημιουργού και κατά την ορθόδοξη εκκλησία θεωρείται σοβαρότατη αμαρτία. Η στάση αυτή λοιπόν της εκκλησίας επιβάλλει να παύσουν τουλάχιστον οι συνειδητοί πιστοί να θεωρούν εαυτούς ως ιδιοκτήτες της φύσεως. Αντιθέτως οφείλουν να αντιλαμβάνονται την αποστολή τους ως «ιερέων» της δημιουργίας οι οποίοι καθήκον έχουν την φύλαξη της υλικής κτίσεως. Η σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον πρέπει να είναι αρμονική. Ο άνθρωπος όμως με την ελευθερία της βουλήσεως που διαθέτει αλλά και την λογική δημιούργησε την οικολογική κρίση. Λησμόνησε τις εντολές του Θεού που πρέπει να είναι ο φύλακας
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
22.- Μήνυμα του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου Α΄ της 1ης Σεπτεμβρίου 1999 επ’ ευκαιρία της Ημέρας Περιβάλλοντος.
της φύσης και ο συνδετικός κρίκος του Δημιουργού και των δημιουργημάτων. Ο άνθρωπος γεννάται, μεγαλώνει και αποθνήσκει περιβαλλόμενος. Μόνος και εκτός περιβάλλοντος αποκλείεται να υπάρξει. Ο άνθρωπος δεν είναι κυρίαρχος της φύσης αλλά απλός νομέας της και σκοπός του είναι να φυλάσσει αυτή και να την παραδώσει στους επιγενόμενους τουλάχιστον στην κατάσταση που την παρέλαβε από τους προγόνους.

Ο Παράδεισος τότε δεν είχε σύνορα όπως συμβαίνει και σήμερα με το φυσικό περιβάλλον. Άρα η ορθολογική προστασία του καθίσταται εφικτή μόνον με τη συνεργασία κρατών και πολιτών ανεξαρτήτως φυλής, γλώσσας και εθνότητας. Οι συνέπειες της οικολογικής κρίσεως είναι πανομοιότυπες και δεν γνωρίζουν ούτε σύνορα ούτε θρησκευτικές ή άλλου είδους διακρίσεις. Ο αγώνας για τη διάσωση του περιβάλλοντος πρέπει να είναι κοινός για όλες τις θρησκείες. Μόνο τότε μπορεί να είναι αποτελεσματικός. Για να συμβεί όμως αυτό, και επειδή ο άνθρωπος αναφορικά σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος βρίσκεται σε αντιπαράθεση με το ατομικό του συμφέρον, θα πρέπει να δεχθεί κατάλληλη εκπαίδευση η οποία θα συντελέσει στην δημιουργία της αναγκαίας περιβαλλοντικής συνειδήσεως.
Οι οικολογικά σκεπτόμενοι άνθρωποι της τελευταίας τουλάχιστον πεντηκονταετίας, οι οποίοι σέβονται και τιμούν παντοιοτρόπως το περιβαλλοντικό θαύμα, δεν μπορούν να ανέχονται τον ολοένα μαινόμενο βιασμό της φύσης. Γι’ αυτό ακριβώς στρέφονται τώρα στη θρησκεία ώστε να αντλήσουν από τα δικά της πιστεύματα την ηθική θωράκιση του αγώνα τους, να εισπράξουν ενδεχομένως ελπίδα, παρηγοριά και αναψυχή σε καιρούς και τόπους απελπισμένους και απαρηγόρητους, να ντύσουν εξάλλου με θεολογικά επιχειρήματα και όχι πια συνθήματα και τις δύο προοπτικές του Κόσμου μας: α) την αρνητική, δηλαδή τη χωρίς «φόβο Θεού» καταλήστευση του και β) τη θετική δηλαδή τη συνετή διαχείριση των δυνατοτήτων του οικοσυστήματος.


Η κτίση δεν ζητάει από εμάς ούτε λατρεία ούτε περιφρόνηση. Η κτίση ζητάει ένα πράγμα: Να είμαστε άνθρωποι. Όχι την «επιστροφή στη φύση», αλλά την επιστροφή στο κατά φύσιν. Και το κατά φύσιν είναι να ζούμε ως κατά χάριν θεοί. Και τότε θα τιμούμε τον Θεό, θα λατρεύουμε τον Θεό, θα αγαπούμε τους αδελφούς μας, θα νοιώθουμε ότι είμαστε ένα με τους αδελφούς μας, και ταυτόχρονα θα νοιώθουμε ότι η κτίσις είναι πλασμένη από τον Θεό και εμείς είμαστε προορισμένοι να είμαστε κύριοι της κτίσεως. Και αυτό θα πραγματοποιηθεί με το να γίνουμε δούλοι της κτίσεως και υπηρέτες αυτής.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Αγγελόπουλος Α., (1989), «Εκκλησία, Θεολογία, Βιο-Περιβάλλον», Βιοπολιτική – Το Βιο-Περιβάλλον – Τόμος ΙΙ (Α. Βλαβιανού – Αρβανίτη, Εκδ.), σελ. 35-39.
2. Αθανασάκης Α., (1996), Οικολογική Παιδεία και θρησκευτική αγωγή. Σε Ορθοδοξία και Φυσικές Επιστήμες, 171-175, Αθήνα: Σαββάλας – ΕΕΦ Παράρτημα Αν. Κρήτης.
Βαρθολομαίος Α.Θ.Π. Οικουμενικός Πατριάρχης, (1994), Ημέρα προσευχών υπέρ της προστασίας του Φυσικού περιβάλλοντος, Εκκλησία, ΟΑ΄ , 530-531.
Γαλάνης Ι., (1985), Το καινοδιαθηκικό υπόβαθρο των σχέσεων ανθρώπου και κτίσης κατά τη λατρευτική πράξη της Εκκλησίας, σε Τιμητικό αφιέρωμα στον ομότιμο καθηγητή Κωνσταντίνο Δ. Καλοκύρη: Παράρτημα στην ΕΕΘΣΘ, 383-400, Θεσσαλονίκη: ΑΠΘ – Υπηρεσία Δημοσιευμάτων.
Γρηγόριος Νύσσης, Περί κατασκευής ανθρώποιυ, PG 44, 125-256.
Ερμάς, Ποιμήν, PG 2, 891-1012.
Ζηζιούλα Δ. Ιωάννου, Μητροπολίτου Περγάμου, Από τα πρακτικά του Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου «Επιστήμες Τεχνολογίες αιχμής και Ορθοδοξία» 4-8 Οκτωβρίου 2002.
Ζηζιούλα Δ. Ιωάννου, Μητροπολίτου Περγάμου, Η κτίση ως ευχαριστία.
Καϊμάκης Δ., (1999), Θέματα Παλαιοδιαθηκικής θεολογίας, Θεσσαλονίκη: Simbo.
Καραβιδόπουλος Ι., (1981), Αποστόλου Παύλου Επιστολές Προς Εφεσίους, Φιλιππησίους, Κολοσσαείς, Φιλήμονα, Θεσσαλονίκη: Π. Πουρναράς.
Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, 12,15.
Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, 6, 25.
Κουτούπα-Ρεγκάκου Ευαγγελία, Δίκαιο περιβάλλοντος, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2005, σ. 6.
Μαντζαρίδης Γ., Η οικολογική κρίση της ανθρώπινης υποστάσεως, Πρακτικά Συνεδρίου Ορθοδοξία και Περιβάλλον, Καβάλα 1993, σελ. 100 επ.
Ματσούκας Ν., (1985), Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β΄, Θεσσαλονίκη: Π. Πουρναράς.
Μήνυμα της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου στο Οικολογικό Συνέδριο της 1ης Ιουνίου στην Ι. Μονή της Αγίας Τριάδος στη νήσο Χάλκη. Ιούνιος 1992.
Μήνυμα της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου της 1ης Σεπτεμβρίου 1999 επ’ ευκαιρία της Ημέρας Περιβάλλοντος.
Μήνυμα της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Δημητρίου, Βιοπολιτική – Το Βιο-Περιβάλλον – Τόμος ΙΙΙ (A. Vlavianos Arvanitis, Ed.). Διεθνής Οργάνωση Βιοπολιτικής. Αθήνα.
Μπαλατσούκας Σ., (1996), Οι Άγιοι και το φυσικό περιβάλλον, Θεσσαλονίκη: Μυγδονία.
Μπόνη Κ., (1990) «Παρουσίαση του έργου Βιοπολιτική – Το Βιο-Περιβάλλον – Τόμος ΙΙ», Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, σελ. 50-54 Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα.
Οικονόμου Η., (1992), Ορθοδοξία και φυσικό περιβάλλον: Η θεία βούληση και η Κτίση, Αθήνα: Αποστολική Διακονία, c1992.
Οικονόμου Η., Θεολογική Οικολογία, σελ. 223. Αθήνα 1994.
Παναγοπούλου Ι. Θ., Δίκαιο περιβάλλοντος, Αθήνα 2001, σελ. 22.
Παναγοπούλου Ι. Θ., Η περιβαλλοντική Ηθική και οι Κανόνες της στον Χαριστήριο Τόμο για τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης κ. Τιμόθεο, Ηράκλειο 2001, σελ. 355 επ.
Παναγοπούλου Ι. Θ., Περιβάλλον και Πτώχεια, Τιμητικός Τόμος για τον καθηγητή Μάριο Ραφαήλ, Πειραιάς 2000, σελ. 669 επ.
Παρακευαΐδη Χριστοδούλου, Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, Περί της Παγκοσμίου Ημέρας Περιβάλλοντος 5-6-2007.
Σινάκος Α., (2003), Άνθρωπος και περιβάλλον στην πρωτοβυζαντινή εποχή (4ος-6ος αι.), Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
Συνετού Χρυσοστόμου, Μητροπολίτου Ζακύνθου, Εκκλησία και περιβάλλον. Συμβολή του Θεολογικού λόγου στη δημιουργία οικολογικής συνειδήσεως, Εισήγηση προς την Ι.Σ.Ι., 10-10-2007.
Φιλοθέου Μ., Αβραμιώτης Α., Ρίβιος Σ., Μισιακούδης Κ., (1994), Το οικολογικό πρόβλημα μέσα από τα πορίσματα δύο ομάδων, Εκκλησία ΟΑ΄, 413-415, 466-468, 515-516, 609-610, 643-645.
Φούντας Ιερεμίας, Ερμηνεία Παλαιάς Διαθήκης, Πειραιεύς 1986, τομ. ΙΑ΄, σελ. 122 επ.
Φρακάτου Παν. Εκκλησία και Περιβάλλον, τομ. 2ος, Πάτρα 1997, σελ. 983 επ.
Χατζηφώτης Ι., (2001), Η προστασία του περιβάλλοντος στο Βυζάντιο, Αθήνα: Τυπωθήτω – Γ. Δαρδανός.


---------------------------------------------------------

[Η δημοσίευση της παραπάνω εργασίας γίνεται στο πλαίσιο του Μαθήματος ("Ποιμαντική Επικοινωνία και Διαπροσωπικές Σχέσεις - εργαστ. Β' εξαμ.) με την έγκριση της σπουδάστριας κ. Ελένης Τζιάτζιου, η οποία την συνέταξε. Πρόκειται για εξαιρετική εργασία και πιστεύουμε ότι όσοι τη διαβάσουν θα ωφεληθούν.

Χάρης Ανδρεόπουλος]





Τετάρτη 30 Απριλίου 2008

Η θεολογία του γάμου

















ΤΟΝΙΣΘΗΚΕ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΘΕΟΛΟΓΩΝ Ν. ΛΑΡΙΣΑΣ, ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΑΝ ΚΑΙ ΣΠΟΥΔΑΣΤΕΣ ΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ Ι.Ε.Κ. ΛΑΡΙΣΑΣ:

Ο γάμος ξεπερνά τα όρια της

συμβολαιογραφικής πράξης

Ο γάμος ως «αγάπης μυστήριο», όπου δύο άνθρωποι ενώνονται «εις σάρκαν μίαν» και θεμελιώνουν τη νέα τους ζωή στη σχέση και το πρότυπο της αγάπης του Χριστού προς την Εκκλησία, δεν είναι δυνατό να νοηθεί έξω από την ιερολογία και τη σύνδεσή του με τη θεία ευχαριστία, τόνισε ο καθηγητής Λειτουργικής του τμήματος Θεολογίας του Α.Π.Θ. κ. Παναγιώτης Σκαλτσής, μιλώντας σε εκδήλωση (17/04/2008) του παραρτήματος ν. Λάρισας της Πανελλήνιας Ενωσης Θεολόγων (Π.Ε.Θ.), η οποία πραγματοποιήθηκε στον ιερό ναό του Αγ. Αντωνίου Λάρισας, μετά από την ακολουθία του αποδείπνου.

Ο ομιλητής επεσήμανε ότι το μυστήριο του γάμου που συνδεόταν εξ υπαρχής με τη θεία ευχαριστία, δεν αποτελεί απλή ευλογία της ενώσεως του άνδρα και της γυναίκας, αλλά ένταξη της ενώσεως αυτής στην προοπτική της εν Χριστώ ζωής. Με την ιερολογία, υπογράμμισε ο κ. Σκαλτσής, ο γάμος ξεπερνά τα όρια της συμβολαιογραφικής πράξης, του απλού κοινωνικού γεγονότος που εξυπηρετεί μια βιολογική ανάγκη, όπως ακριβώς συμβαίνει με τον πολιτικό γάμο, και γίνεται υπόθεση της Εκκλησίας. Εντάσσεται ο γάμος στο σώμα της Εκκλησίας που σημαίνει πως ανυψώνεται από τα εγκόσμια και φθαρτά στα αιώνια και αληθινά.

Ο κ. Σκαλτσής αναφερόμενος στα θέματα του πολιτικού γάμου και του λεγομένου συμφώνου ελεύθερης συμβίωσης, είπε ότι η Εκκλησία είναι ξεκάθαρα εναντίον αυτών των ρυθμίσεων που θεσμοθέτησε η πολιτεία, για το απλούστατο λόγο ότι έρχονται σε αντίθεση με το Ευαγγέλιο, τους ιερούς κανόνες και την αγιοπνευματική της παράδοση και, συνεπώς, δεν έχει δυνατότητα ούτε εκπτώσεων, ούτε παρεκκλίσεων και προσέθεσε: «Αυτό που μπορεί να κάνει η Εκκλησία μας μέσω της ποιμαντικής της μέριμνας είναι να ενισχύσει το ορθόδοξο φρόνημα του μελών της για τον ιερό μυστήριο του γάμου και για τα μέλη της που παρεξέκλιναν και έκαναν πολιτικό γάμο, ή σκέφτονται να συνάψουν «σύμφωνο συμβίωσης», με πνεύμα αγάπης να επιχειρήσει να τους πείσει για το σφάλμα τους, ώστε να επανέλθουν στην αγκαλιά της, εμπιστευόμενοι το «μέγα», κατά τον Απ. Παύλο, μυστήριο του χριστιανικού γάμου».

Τον ομιλητή προλόγισε ο πρόεδρος της Ενωσης θεολόγων κ. Βασ. Στεργιούλης, ενώ το παρών τους έδωσαν ο διευθυντής Β/βάθμιας εκπαίδευσης κ. Ιωάννης Καραμήτρος, ο προϊστάμενος του 1ου Γραφείου κ. Αθαν. Μαργαριτόπουλος, διευθυντές Γυμνασίων και Λυκείων και πολλοί θεολόγοι καθηγητές και καθηγήτριες.

* Την ομιλία παρακολούθησαν και οι σπουδαστές του Εκκλησιαστικού ΙΕΚ Λάρισας, συνοδευόμενοι από τους καθηγητές τους κ.κ. Χάρη Ανδρεόπουλο και Γεωργία Τουρμούσογλου.




Τρίτη 29 Απριλίου 2008

Κατάρτιση για ιερείς και λαϊκά στελέχη της Εκκλησίας




Τα συγχαρητήριά του για την άψογη οργάνωση και την άρτια λειτουργία του τμήματος «Εκκλησιαστικής και Πολιτιστικής Κατάρτισης» του 1ου ΙΕΚ Λάρισας εξέφρασε ο σεβασμιώτατος μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνάτιος προς τον διευθυντή του ΙΕΚ κ. Μιχαήλ Ντάβα, τους καθηγητές και τους σπουδαστές του τμήματος, που τον επισκέφθηκαν την Παρασκευή, 21/12/2007, στο Επισκοπείο.

Ο σεβασμιώτατος συνεχάρη τους σπουδαστές για την επιλογή τους να ασκήσουν μελλοντικά ένα εκκλησιαστικό λειτούργημα, είτε ως κληρικοί, είτε ως λαϊκοί, και υπογράμμισε ότι η Ιερά Μητρόπολη - με τη σύμφωνη γνώμη της οποίας ιδρύθηκε το τοπικό εκκλησιαστικό ΙΕΚ – θα συνεχίσει να στέκεται αρωγός σε κάθε προσπάθεια του Ινστιτούτου για τη παραγωγή εκκλησιαστικών στελεχών υψηλού μορφωτικού επιπέδου.

* Νωρίτερα, οι σπουδαστές, συνοδευόμενοι από τον διευθυντή του ΙΕΚ κ. Μιχ. Ντάβα, τον αναπληρωτή δ/ντή κ. Ευαγ. Αθανασιάδη και καθηγητές τους, στο πλαίσιο της πρακτικής τους άσκησης επισκέφθηκαν τον ραδιοφωνικό σταθμό της Ιεράς Μητρόπολης, όπου στη διάρκεια της εκπομπής «Θεολογία και Κοινωνία» του θεολόγου – δημοσιογράφου κ. Χάρη Ανδρεόπουλου, ενημερώθηκαν για τη λειτουργία του εκκλησιαστικού ραδιοφώνου και του ειδικού ρόλου που καλείται να διαδραματίσει ως προέκταση του άμβωνα της Εκκλησίας, μίλησαν για τις σπουδές τους και, τέλος, απέδωσαν χριστουγεννιάτικους ύμνους.

Σημειώνεται ότι το εκκλησιαστικό ΙΕΚ– το οποίο λειτουργεί στη πόλη μας από τον περασμένο Σεπτέμβριο – απευθύνεται σε άνδρες και γυναίκες, αποφοίτους Β/βάθμιας εκπαίδευσης, που επιθυμούν να γνωρίσουν της ρίζες της ορθόδοξης εκκλησιαστικής παράδοσης και να αναδειχθούν είτε ως κληρικοί (οι άνδρες), είτε ως λαϊκοί (άνδρες και γυναίκες), σε στελέχη της Ορθοδόξου Εκκλησίας, σε θέσεις ιερατικές, διοικητικές και οικονομικές, σε ιερές Μητροπόλεις, ιερούς ναούς, εκκλησιαστικά Ιδρύματα και Οργανισμούς πρόνοιας, κατασκηνώσεις, κλπ.

Οι σπουδαστές διδάσκονται μαθήματα θεολογικού περιεχομένου, όπως Εισαγωγή στην Αγία Γραφή, Δογματική Θεολογία, Πατερική Γραμματεία, Αγιολογία, κ.α.), Εκκλησιαστικό Δίκαιο, Διαχριστιανικό και Διαθρησκειακό Διάλογο, Ομιλητική, Εικονογραφία – Αγιογραφία, και, φυσικά, Λειτουργική, εν είδει εργαστηριακής άσκησης στο ναό. Επίσης διδάσκονται και πρακτικά μαθήματα, όπως Οργάνωση και Οικονομική Διαχείριση Μητροπόλεων και Ενοριών, Ποιμαντική Επικοινωνία και Διαπροσωπικές Σχέσεις, κ.α. Προβλέπεται επίσης και κύκλος διαλέξεων από γνωστούς και εγκρίτους θεολόγους εκπαιδευτικούς, πανεπιστημιακούς καθηγητές και εμπείρους κληρικούς.

Οι απόφοιτοι του εκκλησιαστικού ΙΕΚ χειροτονούμενοι θα κατατάσσονται στη Β’ μισθολογική κατηγορία (στην Α’ κατατάσσονται οι πτυχιούχοι Θεολογικών σχολών ΑΕΙ και των Ανωτάτων Εκκλησιαστικών Ακαδημιών), ενώ αν είναι ήδη ιερείς κατώτερης κατηγορίας (απόφοιτοι τριταξίου Λυκείου παντός τύπου) θα προάγονται σ’ αυτή.

* Για περισσότερες πληροφορίες οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να απευθύνονται στη Γραμματεία του 1ου ΙΕΚ Λάρισας, τηλ. 2410 – 619752.