Σάββατο 10 Μαΐου 2008

Εκκλησία και Περιβάλλον



1ο ΙΕΚ ΛΑΡΙΣΑΣ
ΤΜΗΜΑ: ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ
ΜΑΘΗΜΑ: ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ (Ε).
ΕΡΓΑΣΙΑ : ΤΖΙΑΤΖΙΟΥ ΕΛΕΝΗ



«Η ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ»



«Και έλαβε Κύριος ο Θεός τον άνθρωπον, όν έπλασε, και έθετο αυτόν εν τω Παραδείσω της τρυφής, εργάζεσθαι αυτόν και φυλάσσειν»1.
Αυτή την εντολή έδωσε ο Δημιουργός στο δημιούργημά Του τον άνθρωπο, δηλαδή να εργάζεται και να φυλάσσει τον Παράδεισο, το φυσικό περιβάλλον που του εμπιστεύθηκε ο Κύριος.

Στην Παλαιά Διαθήκη τονίζεται ότι ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο μια κυριαρχική θέση στην κτίση. Παρόλα αυτά ο άνθρωπος δεν είναι ανεξέλεγκτος, καθώς οφείλει να προσέχει το περιβάλλον ως καλός διαχειριστής και όχι ως ανεξέ-λεγκτος ιδιοκτήτης του. Η ίδια θέση επαναλαμβάνεται στην Κ. Διαθήκη και στα κείμενα των Πατέρων και των εκκλησιαστικών συγγραφέων. Πρακτικά οι παραπάνω θέσεις εκφράζονται μέσα από την αγάπη των Βυζαντινών για το φυσικό περιβάλλον και για τα ζώα, μια αγάπη που κληρονομήθηκε ως ιδανικό έως τις μέρες μας.

Ο άνθρωπος φτιάχτηκε «κατ’ εικόνα» και «καθ’ ομοίωσιν» του Θεού και του δόθηκε η εξουσία σε όλο το φυτικό και το ζωικό βασίλειο από τα ψάρια της θάλασσας έως τα πτηνά του ουρανού, καθιστώντας τον κυρίαρχο όλης της κτίσης. Η κτίση η οποία δεν προϋπήρχε και δεν προέρχεται από τη θεία ουσία δεν είναι αυθύπαρκτη, αλλά αντίθετα είναι σε απόλυτη εξάρτηση από το Δημιουργό-Θεό2. Η δημιουργία του κόσμου είναι αποτέλεσμα της προσωπικής δημιουργικής θέλησης του Θεού. Η παρουσία του Θεού στην κτίση δεν περιορίζεται μόνο στην περίοδο της δημιουργίας αλλά συνεχίζεται καθώς επεμβαίνει διαρκώς στην ιστορία. Ο Θεός ενδιαφέρεται για την κτίση και αποτελεί εγγύηση για τον άνθρωπο ότι δεν θα επανέλθει η αρχική χαώδης κατάσταση, η οποία θα σημάνει και την καταστροφή του ανθρώπινου γένους3.
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
1.- Βλ.- Αγία Γραφή, Βιβλίο Ι, 2, 15. Επίσης Ιερεμία Φούντα, Ερμηνεία Παλαιάς Διαθήκης, Πειραιεύς 1986, τομ. ΙΑ, σελ. 122 επ.
2.- Βλ. Ματσούκας, 1985, σ. 147-151.
3.- Βλ. Καϊμάκης, 1999, σ. 37-38.
Η κυρίαρχη θέση του ανθρώπου πάνω στα δημιουργήματα αποτελεί σημαντικό στοιχείο της δημιουργίας. Πολλοί πιστεύουν ότι η εσφαλμένη ερμηνεία της εντολής του Θεού προς τον άνθρωπο για κυριαρχία αποτελεί μία από τις αιτίες της οικολογικής κρίσης4. Η υποταγή της γης στον άνθρωπο και η εξουσία του πάνω σε όλη την κτίση, την οποία παραχώρησε ο Θεός στον άνθρωπο, γίνεται στο πλαίσιο μιας ιεράρχησης των δημιουργημάτων του Θεού και μιας αρμονικής συνύπαρξης και εξυπηρέτησης του τελειότερου δημιουργήματος, δηλαδή του ανθρώπου5. Όμως η κυριαρχία του ανθρώπου πάνω στη φύση δεν είναι χωρίς κανόνες, επειδή η εξουσία του ήταν δοσμένη από το Θεό και πάντοτε σε σχέση με τις ανάγκες του. Ο Θεός έβαλε τον άνθρωπο μέσα στον Παράδεισο όχι για να τον χρησιμοποιεί, όπως αυτός θέλει, αλλά για να τον καλλιεργεί και να τον προσέχει6. Ο άνθρωπος πρέπει να μεταχειρίζεται την κτίση ως κάτι που προορίστηκε από τον Θεό, όχι μόνο να επιζήσει αλλά να ολοκληρωθεί μέσα από τον άνθρωπο ο οποίος και αποτελεί τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στον Θεό και την κτίση. Στη σωστή σχέση του ανθρώπου με τον Θεό εντάσσεται η σωστή σχέση του ανθρώπου με την κτίση, επειδή η κτίση βοηθάει τον άνθρωπο να γνωρίσει το Θεό και να επικοινωνήσει μαζί Του7.

Στην Καινή Διαθήκη αναφέρεται η σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον, την οποία βλέπει μέσα από τη σωστή σχέση του ανθρώπου με το Θεό. Παράλληλα δίνεται το μέτρο, ο χαρακτήρας και ο σκοπός της προαναφερόμενης σχέσης με βάση την ενανθρώπιση και την Ανάσταση του Χριστού8. Η ενσάρκωση του Λόγου του Θεού δεν αποτελεί μόνο μια επέμβαση του Θεού για τη λύση του οντολογικού προβλή-ματος του, αλλά και για τη λύση του προβλήματος της δημιουργίας, που προκλήθηκε από την πτώση του ανθρώπου. Πρόκειται για την «ανακεφαλαίωση» των ουράνιων και των επίγειων στο πρόσωπο του Χριστού9. Αυτή η νέα «εν Χριστώ» πραγματι-κότητα που συμφιλιώνει τον άνθρωπο με το περιβάλλον έχει ξεκινήσει με την ενανθρώπιση του Θεού Λόγου αλλά δεν έχει φτάσει ακόμα στην τελείωσή της, η οποία θα λάβει χώρα στα έσχατα. Η σύνδεση με το Χριστό θα είναι ο καθοριστικός παράγοντας για την ένταξη στη νέα κτίση10. Για αυτό και η κυριαρχία του ανθρώπου στην κτίση θα πρέπει να ασκείται όχι για την εξυπηρέτηση των προσωπικών αναγκών
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
4.- Βλ. Φιλοθέου, 1994, σελ. 414-415.
5.- Βλ. Γαλάνης, 1985, σελ. 386.
6.- Βλ. Γέννεση, 2, 15.
7.- Βλ. Γαλάνης, 1985, σελ. 387.
8.- Βλ. Γαλάνης, 1985, σελ. 385.
9.- Βλ. Εφ. 1, 10.
10.- Βλ. Β΄ Κορ. 5, 17.
του, αλλά για την επίτευξη της σωτηρίας του, της μελλοντικής κρίσης του και της ένταξής του στη νέα εσχατολογική πραγματικότητα της Βασιλείας του Θεού11. Στα έσχατα θα λάβει χώρα η οριστική ρύθμιση των σχέσεων του ανθρώπου με το περιβάλλον. Όλη η κτίση περιμένει αυτή τη στιγμή της δόξας του Κυρίου που θα σημάνει και τη λύτρωση της12. Έως τότε όμως η κτίση παραμένει υποταγμένη στον άνθρωπο και βιώνει τις συνέπειες της αρνητικής στάσης του ανθρώπου προς τον Θεό. Αλλά και ο άνθρωπος συμπάσχει μαζί με τη φύση, παρά το γεγονός ότι αυτός είναι ο υπαίτιος για τα όσα βιώνει τόσο ο ίδιος όσο και η κτίση. Ο Απ. Παύλος δηλώνει ξεκάθαρα ότι η κτίση υποτάχθηκε στη φθορά όχι επειδή έφταιγε αλλά επειδή έτσι θέλησε ο άνθρωπος που την συμπαρέσυρε με την πτώση του13. Η θεολογία του Απ. Παύλου τονίζει το στενό δεσμό του ανθρώπου και της κτίσης που κινούνται μαζί μέσα στο χρόνο έχοντας ως κοινό σκοπό τη σωτηρία14. Στο σημείο αυτό φαίνεται ο παραλογισμός και το αδιέξοδο στο οποίο έχει οδηγηθεί ο άνθρωπος με άμεση συνέπεια να στρέφεται κατά του εαυτού του και κατά του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζει. Είναι αυτονόητο ότι κάθε αρνητική ενέργεια του ανθρώπου προς το περιβάλλον έχει ως τελικό αποδέκτη τον άνθρωπο, επιτείνοντας τη σύγχυση και την απελπισία του.



Οι Πατέρες της Εκκλησίας για τη σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον ακολουθούν σε γενικές γραμμές τις θέσεις που αναπτύσσει η Αγία Γραφή και κυρίως η Καινή Διαθήκη. Η βιβλική θέση ότι ο Θεός είναι ο δημιουργός του κόσμου επαναλαμβάνεται από τους Πατέρες με την προσθήκη ότι ο Θεός δεν άφησε την κτίση μετά τη δημιουργία αλλά μεριμνά γι’ αυτήν15.


Σύμφωνα με τον Άγιο Γρηγόριο, ο άνθρωπος «έχει μεικτή φύση, βασιλιάς όλων πάνω στη γη αλλά υποτελής στον ουρανό, είτε βρίσκεται στη γη είτε στον ουρανό. Γι’ αυτό, η κυριαρχία του ανθρώπου δεν του παρέχει την άδεια κατάχρησης και καταστροφής». Κεντρική θέση στη διδασκαλία των Πατέρων έχει η χριστοκεντρική θεώρηση της κτίσης και η εσχατο-λογική προοπτική της. Ο Χριστός με την ενανθρώπισή του προσέλαβε το ανθρώπινο σώμα, δηλαδή την ύλη για την σώσει16. Παίρνοντας το ανθρώπινο σώμα, έδειξε ότι ο άνθρωπος θα ήταν αδιανόητος χωρίς το σώμα του και ότι δεν ήλθε να σώσει ο Χριστός
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
11.- Βλ. Μτ. 6, 33 και Λκ. 12,31.
12.- Βλ. Ρωμ. 8,19.
13.- Βλ. Ρωμ. 8,20.
14.- Βλ. Γαλάνης, 1985, 390.
15.- Βλ. Ερμάς, Ποιμήν, εντ. Θ΄.
16.- Βλ. Γρηγόριος Νύσσης, PG 44, 233D.

μόνο τον άνθρωπο αλλά και όλη την κτίση. Μεγαλύτερη καταξίωση του φυσικού περιβάλλοντος δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Το σώμα του βίου θεωρείται ιερό. Τα πλάσματα επί της γης δεν είναι μόνο αλληλοεξαρτώμενα αλλά εξαρτώνται επίσης από το Θεό και την αγάπη Του. Η ζωή εξαρτάται από την επικοινωνία με το Θεό. Ο αποχωρισμός από το Θεό οδηγεί τελικά σε δυσαρμονία. Το σώμα του ανθρώπου αποτελεί κατά την Εκκλησία το κυριότερο των ποιημάτων του Δημιουργού, το δε πνεύμα του, «καθ’ ομοίωσιν», του προσδίδει στενή συγγένεια με τον Δημιουργό. Το ότι η ανθρώπινη λογική είναι θεϊκής προελεύσεως το επισημαίνει και ο Μ. Βασίλειος στην 233 Επιστολή του: «καλόν μεν ο νους και εν τούτω έχομεν το κατ’ εικόνα του κτίσαντος». Ο άνθρωπος ο οποίος διαθέτει όχι μόνο την ελευθερία της βουλήσεως, αλλά και την λογική, ώστε να είναι «κατ’ εικόνα Θεού» και «καθ’ ομοίωσιν Θεού», δημιούργησε την κρίση17 διότι σε κάποιο χρονικό σημείο λησμόνησε το υπό του Μ. Φωτίου λεχθέν, ότι «ο άνθρωπος είναι ενδιάμεσο όν μεταξύ Δημιουργού και δημιουργημάτων». Ο κάθε χριστιανός ανεξαρτήτως δόγματος αποδεχόμενος την δημιουργία του κόσμου από τον Δημιουργό και το ότι ο άνθρωπος είναι κατ’ εικόνα και ομοίωσιν του Θεού, έχει την υποχρέωση του σεβασμού του φυσικού περιβάλ-λοντος στο οποίο ζει το οποίο χαρακτηρίζεται ως ο εν ευρεία έννοια οίκος του, από όπου λαμβάνει άλλωστε και τις τροφές του για να επιβιώνει και να διαιωνίζεται. Βλέπουμε λοιπόν ότι οι Πατέρες ήταν εκείνοι που ανέπτυξαν πρώτοι μια θεολογία του περιβάλλοντος, σύμφωνα με την οποία η δημιουργημένη από το Θεό κτίση πλάστηκε για να συνυπάρχει αρμονικά με τον άνθρωπο, ο οποίος κυριαρχεί αλλά επίσης αποτελεί μέρος της, την αγαπά και τη διαφυλάσσει18.
Εκτός από τα κείμενα των Πατέρων, τα οποία ίσως να φαντάζουν κάπως θεωρητικά, ο Χριστιανισμός προβάλλει και πρακτικά παραδείγματα μέσα από τους Αγίους. Οι βίοι των Αγίων πέρα από παραδείγματα σωτηρίας αποτελούν και παραδείγματα αρμονικής συνύπαρξης του ανθρώπου με τη φύση. Η άσκηση των Αγίων ως προσπάθεια επιστροφής στο «κατά φύσιν» αποτελεί ταυτόχρονα και προσπάθεια επιστροφής στην αρχική κατάσταση αρμονίας του ανθρώπου με το περιβάλλον. Μέσα στους βίους των Αγίων φαίνεται η συμφιλίωση του ανθρώπου με τα φυτά, τα ζώα και γενικότερα κάθε στοιχείο της δημιουργίας19. Πρόκειται για ένα πρότυπο μείω-
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
17.- Βλ. Γ. Μαντζαρίδη, Η οικολογική κρίση της ανθρώπινης υποστάσεως, Πρακτικά Συνεδρίου Ορθοδοξία και Περιβάλλον, Καβάλα 1993, σελ. 100 επ.
18.- Βλ. Σινάκος, 2003, σ. 38-39.
19.- Βλ. Μπαλατσούκας, 1996, σ. 132.

σης των υλικών αναγκών με κύριο χαρακτηριστικό τη λιτότητα.

Στην προοπτική αυτή ο Μοναχισμός πρόβαλε ένα παράδειγμα ζωής απόλυτα συμβατό με το φυσικό περιβάλλον μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε. Το παράδειγμα των Αγίων προσπαθούν να ακολουθήσουν έως σήμερα οι ασκητές και οι μοναχοί, οι οποίοι δείχνουν μια ιδιαίτερη ευαισθησία για το περιβάλλον. Αρκεί να αναφέρουμε το παράδειγμα της Μοναστικής Πολιτείας του Αγίου Όρους, όπου το 90,25% της έκτασής του καλύπτεται από δάση20. Ο Ορθόδοξος Μοναχισμός, που πηγάζει από τα χίλια περίπου Μοναστήρια της Ελλάδος, που όλα έχουν κτισθεί κατ’ εξοχήν σε σημεία ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους, έρχεται να διδάξει στον πιστό την ανάγκη για εργασία, σιωπή και ησυχία. Αποτελεί παράδοση, ο ορθόδοξος μοναχός να εργάζεται στην φύση και να προσεύχεται με την νοητή προσευχή. Με την συμπεριφορά του αυτή διδάσκει, έστω και αν δεν έχει υψηλή μόρφωση, ότι ο σωστός άνθρωπος, που θα δημιουργήσει τον σωστό κόσμο, δεν είναι εκείνος ο οποίος ομιλεί σωστά αλλά εκείνος που ζει σωστά, σύμφωνα με τις ρήσεις του Ευαγγελίου. Ο Ορθόδοξος μοναχισμός διδάσκει με τον τρόπο ζωής του την δημιουργία της απαραίτητης περιβαλλοντικής συνειδήσεως, της νέας Ηθικής, η οποία στην πραγματικότητα είναι η μία και μόνη διαμορφωθείσα στους αιώνες και την οποία δυστυχώς λησμονήσαμε.

Εάν ο Ορθόδοξος μοναχισμός υποδεικνύει έναν άλλο τρόπο ζωής για τον πιστό, η επίσημη Εκκλησία δεν διστάζει να συνδέει το περιβάλλον και την προστασία του με την Ειρήνη στον κόσμο. Γνωρίζουμε ότι η διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος συνάπτεται με την κατάπαυση των πολεμικών συρράξεων, την αποκατάσταση της δικαιοσύνης και την σωστή διαχείριση των πόρων ώστε να μην υπάρχει φτώχεια στους λαούς.
Η παρέμβαση της Ορθοδοξίας είναι σημαντική στην λειτουργική, όταν εκφράζεται «υπέρ ευκρασίας αέρων, ευφορίας των καρπών της γης». Επίσης στην Θεία Λειτουργία του Μ. Βασιλείου, ακούμε για «όμβρους ειρηνικούς προς καρποφορίαν τη γη δωρήσαι, τους αέρας υγιεινούς και ευκράτους ανθρώποις και κτήνεσιν κατασκεύασον…».
Το πρόβλημα της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος του ανθρώπου δεν είναι πλέον πολυτέλεια για την θεολογία. Η ραγδαία επιδείνωση της σχέσεως του ανθρώπου με το φυσικό του περιβάλλον παίρνει πλέον εφιαλτικές διαστάσεις. Όσοι
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
20.- Βλ. Χατζηφώτης, 2001, σελ. 19.

τυχόν αφήνουν το ζήτημα αυτό στην επέμβαση του Θεού και μόνον, παραβλέπουν και υποτιμούν την σημασία της ανθρωπίνης ελευθερίας και ευθύνης. Ο Θεός θα απαιτήσει λόγο από τους ανθρώπους για την τύχη του υλικού κόσμου τον οποίο τους έχει παραδώσει.


Κατά τα τελευταία χρόνια το περιβάλλον προστατεύεται και νομικώς. Η σχετική νομοθεσία έχει αναπτυχθεί κατά πολύ, τόσο ώστε, να μπορούμε να μιλάμε για «δίκαιο του περιβάλλοντος», ως ιδιαίτερο κλάδο του Δικαίου μας21. Όμως ξέρουμε ότι αυτό μόνο δεν είναι αρκετό για την διόρθωση των αμαρτιών μας. Προϋποτίθεται και η ανάπτυξη της συνειδήσεως γιατί η μελέτη και αντιμετώπιση του φυσικού περιβάλλοντος ως καρπού και απόρροιας της αγαπητικής διαθέσεως του Τριαδικού Θεού είναι αυτή που θα έθετε το πρόβλημα στις σωστές του διαστάσεις. Όταν οι άνθρωποι καταστρέφουμε ή αφήνουμε να καταστραφεί, είτε από άγνοια είτε από αδιαφορία και «ιερό» εφησυχασμό, την δημιουργία του Θεού, προσβάλλουμε τον Δημιουργό Της, ο Οποίος όχι μόνο την έπλασε «καλή λίαν», αλλά και την προόρισε να γίνει διά του ανθρώπου εν Χριστώ μέτοχος της ζωής και της δόξας Του.
Ο χριστιανισμός χαρακτηρίζεται από μια παλαιά παράδοση φροντίδας για το περιβάλλον, ανατροφής και φροντίδας των ζώων και περιποίησης για τα φυτά.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία καλείται να προβάλλει με όσο πιο μεγάλη έμφαση μπορεί τα δύο μεγάλα οικολογικά της όπλα, την Θεία Ευχαριστία και τον Ασκητισμό. Με το πρώτο βιώνεται η αξία του υλικού κόσμου ως κόσμου του Θεού και με το δεύτερο αποκαθαίρεται το σώμα από το ότι το εμποδίζει να είναι όργανο κοινωνίας με τους άλλους, με το φυσικό περιβάλλον και με τον ίδιο το Θεό.

Η Εκκλησία φροντίζει για την ανθρωπότητα, το περιβάλλον και την αλληλεξάρτηση τους κατά την εκτέλεση του μυστηρίου της Θείας Κοινωνίας και στην καθημερινή ζωή. Ο κλήρος θεωρεί συνεπή με τη θεολογική διδασκαλία τη σημαντική αποστολή της διατήρησης του περιβάλλοντος και της προώθησης των αξιών του βίου στον ανθρώπινο πολιτισμό. Στοχεύει στην περιφρούρηση του περιβάλλοντος. Η χριστιανική πίστη τονίζει το ρόλο και την αλληλεξάρτηση όλων των πλασμάτων της γης.

Το Ορθόδοξο Οικουμενικό Πατριαρχείο θεωρεί καθήκον του τη συνέχιση και τη διατήρηση του νοήματος της ζωής στον πλανήτη μας. Τονίζει την μοναδικότητα
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
21.- Βλ. Ευαγγελίας Κουτούπα-Ρεγκάκου, Δίκαιο του περιβάλλοντος, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2005, σελ. 6.
κάθε ανθρώπινου όντος. Η Ορθόδοξη Εκκλησία διδάσκει το σεβασμό του βίου, την παρατήρηση και μελέτη του μεγαλείου του θεωρώντας «Κάθε μικρό πλάσμα ως παρουσία του Δημιουργού. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, μας τονίζει ότι κάθε καταστροφή του φυσικού περιβάλλοντος από τον άνθρωπο αποτελεί «Προσβολήν κατά του Δημιουργού και προξενεί θλίψιν». Για το λόγο αυτό οι πιστοί καλούνται «να ευαισθητοποιηθούν εις την σοβαρότητα της αμαρτίας αυτής και να ενστερνισθούν το ανάλογον ήθος. Να παύσουν να θεωρούν εαυτούς ως ιδιοκτήτας της φύσεως και να αντιλαμβάνονται την αποστολήν των ως ιερέων της δημιουργίας».

Το στοιχείο που ανέδειξε τον άνθρωπο σε άρχοντα της δημιουργίας, είναι ο νους, το λογικό κριτήριο. Σ’ αυτόν οφείλονται η πρόοδος και η εξέλιξη, αλλά και οι κίνδυνοι. Μόνο η σωστή αγωγή του ανθρώπου, η εκπαίδευση που θα έχει σκοπό, όχι μόνο τη γνώση αλλά και την εσωτερική αναζήτηση της αλήθειας, μπορεί να προστατεύσει το βίο από τους κινδύνους.

Η ορθόδοξη ανθρωπολογία μας τονίζει ότι ο άνθρωπος δεν βρίσκεται μόνο σε σχέση εξάρτησης από την φύση αλλά και σε σχέση διαλεκτική μαζί της. Αυτό είναι το νόημα της έννοιας του προσώπου. Στην πατερική θεολογία το πρόσωπο χρησιμοποιείται για την Αγία Τριάδα και αυτό σημαίνει ότι ως πρόσωπο ο άνθρωπος προσπαθεί να υπερβεί τη φύση και να λειτουργήσει ελεύθερα από αυτήν, όπως ο Θεός. Πρόσωπο θα πει ελευθερία από την φύση αλλά και ελευθερία για την φύση. Και εδώ έγκειται η σπουδαιότητα του προσώπου για την οικολογία. Στην άσκηση της ελευθερίας του, ο άνθρωπος μπορεί να αντιταχθεί στο φυσικό του περιβάλλον και αυτό κάνει με την καταστροφή που επιφέρει. Αλλά μπορεί, εν ονόματι της ίδιας ελευθερίας και να το αγαπήσει και να το σεβαστεί. Με την ίδια ελευθερία με την οποία υπερβαίνει την δουλεία του στην φύση, μπορεί και να αγαπήσει την φύση, διότι την θεωρεί ως δώρο της αγάπης εκείνου Τον οποίον ελεύθερα αγαπά.

Ο ατομισμός και ο ευδαιμονισμός είναι βασικά αίτια της οικολογικής κρίσης και χωρίς την αντιμετώπιση τους δεν μπορεί να λυθεί το οικολογικό πρόβλημα. Γι’ αυτό και χαρακτηρίζεται κυρίως στην ουσία του πνευματικό πρόβλημα και με πελώριες διαστάσεις. Πρόκειται για τη στάση και το ήθος του ανθρώπου απέναντι στον κόσμο που τον περιβάλλει. Ο άνθρωπος ξέχασε τι είναι. Ξέχασε ότι είναι σώμα το οποίο συνδέεται οργανικά με τον υλικό κόσμο που τον περιβάλλει. Στην θεολογία γίνεται λόγος για την πτώση του ανθρώπου και την αμαρτία, που δεν είναι στην ουσία τίποτε άλλο από το να θεωρεί ο άνθρωπος τον εαυτό του ως το έσχατο σημείο αναφοράς όλης της ύπαρξης, δηλαδή να ανακηρύσσει τον εαυτό του θεό. Χωρίς τη θεραπεία του ανθρώπου από τον εγωκεντρισμό, τον ευδαιμονισμό, την περιφρόνηση προς τον υλικό κόσμο, η οικολογική κρίση απλώς θα επιδεινώνεται. Η λύση γνωρίζουμε πως βρίσκεται στη θρησκεία η οποία καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον, μπορεί να βοηθήσει τους ανθρώπους να «μετανοήσουν», δηλαδή να αλλάξουν στάση και ήθος, νοοτροπία και συμπεριφορά.

Το Ευχαριστιακό ήθος σημαίνει για τον πιστό χρήση των φυσικών πόρων εν ευχαριστία με αναφορά και πάλι προς το Θεό. Το Ασκητικό ήθος σημαίνει για τον ορθόδοξο όχι μόνον την νηστεία, επομένως περιορισμό της καταναλωτικής συνη-θείας, αλλά και άλλες πνευματικές ασκήσεις. Συγκεκριμένα, ότι όλα είναι δώρα Θεού προορισμένα για την ικανοποίηση των αναγκών μας και όχι για σπατάλες, επειδή ενδεχομένως έχουμε την δυνατότητα να πληρώνουμε γι’ αυτά, διότι πρόκειται περί αγαθών εν ανεπαρκεία. Το λειτουργικό ήθος της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας, διδάσκει ότι η ένσαρκος παρουσία του Χριστού στην γη σημαίνει την σωτηρία ολοκλήρου του κόσμου και όχι μόνον των ανθρώπων και προσπαθεί να βοηθήσει με τη διδασκαλία της τον άνθρωπο να ασκήσει με εποικοδομητικό τρόπο την εξουσία του πάνω στη φύση προς το κοινό όφελος22.
Γνωρίζουμε λοιπόν ότι η εκκλησία έχει θέσεις απέναντι στο περιβάλλον. Κατά τη θεία λειτουργία προσευχόμαστε για όλη τη δημιουργία. Με τον αγιασμό όλη η φύση και η ύλη ανακαινίζεται και αγιάζεται με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Η εκκλησία με τα μυστήρια και τις αγιαστικές πράξεις αγιάζει τον άνθρωπο και την καθημερινή ζωή. Ότι χρειάζεται ο άνθρωπος για να συντηρηθεί υλικά και πνευματικά το βρίσκει στον ωραίο κόσμο που δημιούργησε ο Θεός και τον ευλογεί. Ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης Βαρθολομαίος στο Α΄ Οικολογικό Συνέδριο το 1992 είπε: κάθε προσβολή προς το φυσικό περιβάλλον από τον άνθρωπο αποτελεί προσβολή κατά του Δημιουργού και κατά την ορθόδοξη εκκλησία θεωρείται σοβαρότατη αμαρτία. Η στάση αυτή λοιπόν της εκκλησίας επιβάλλει να παύσουν τουλάχιστον οι συνειδητοί πιστοί να θεωρούν εαυτούς ως ιδιοκτήτες της φύσεως. Αντιθέτως οφείλουν να αντιλαμβάνονται την αποστολή τους ως «ιερέων» της δημιουργίας οι οποίοι καθήκον έχουν την φύλαξη της υλικής κτίσεως. Η σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον πρέπει να είναι αρμονική. Ο άνθρωπος όμως με την ελευθερία της βουλήσεως που διαθέτει αλλά και την λογική δημιούργησε την οικολογική κρίση. Λησμόνησε τις εντολές του Θεού που πρέπει να είναι ο φύλακας
----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
22.- Μήνυμα του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου Α΄ της 1ης Σεπτεμβρίου 1999 επ’ ευκαιρία της Ημέρας Περιβάλλοντος.
της φύσης και ο συνδετικός κρίκος του Δημιουργού και των δημιουργημάτων. Ο άνθρωπος γεννάται, μεγαλώνει και αποθνήσκει περιβαλλόμενος. Μόνος και εκτός περιβάλλοντος αποκλείεται να υπάρξει. Ο άνθρωπος δεν είναι κυρίαρχος της φύσης αλλά απλός νομέας της και σκοπός του είναι να φυλάσσει αυτή και να την παραδώσει στους επιγενόμενους τουλάχιστον στην κατάσταση που την παρέλαβε από τους προγόνους.

Ο Παράδεισος τότε δεν είχε σύνορα όπως συμβαίνει και σήμερα με το φυσικό περιβάλλον. Άρα η ορθολογική προστασία του καθίσταται εφικτή μόνον με τη συνεργασία κρατών και πολιτών ανεξαρτήτως φυλής, γλώσσας και εθνότητας. Οι συνέπειες της οικολογικής κρίσεως είναι πανομοιότυπες και δεν γνωρίζουν ούτε σύνορα ούτε θρησκευτικές ή άλλου είδους διακρίσεις. Ο αγώνας για τη διάσωση του περιβάλλοντος πρέπει να είναι κοινός για όλες τις θρησκείες. Μόνο τότε μπορεί να είναι αποτελεσματικός. Για να συμβεί όμως αυτό, και επειδή ο άνθρωπος αναφορικά σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος βρίσκεται σε αντιπαράθεση με το ατομικό του συμφέρον, θα πρέπει να δεχθεί κατάλληλη εκπαίδευση η οποία θα συντελέσει στην δημιουργία της αναγκαίας περιβαλλοντικής συνειδήσεως.
Οι οικολογικά σκεπτόμενοι άνθρωποι της τελευταίας τουλάχιστον πεντηκονταετίας, οι οποίοι σέβονται και τιμούν παντοιοτρόπως το περιβαλλοντικό θαύμα, δεν μπορούν να ανέχονται τον ολοένα μαινόμενο βιασμό της φύσης. Γι’ αυτό ακριβώς στρέφονται τώρα στη θρησκεία ώστε να αντλήσουν από τα δικά της πιστεύματα την ηθική θωράκιση του αγώνα τους, να εισπράξουν ενδεχομένως ελπίδα, παρηγοριά και αναψυχή σε καιρούς και τόπους απελπισμένους και απαρηγόρητους, να ντύσουν εξάλλου με θεολογικά επιχειρήματα και όχι πια συνθήματα και τις δύο προοπτικές του Κόσμου μας: α) την αρνητική, δηλαδή τη χωρίς «φόβο Θεού» καταλήστευση του και β) τη θετική δηλαδή τη συνετή διαχείριση των δυνατοτήτων του οικοσυστήματος.


Η κτίση δεν ζητάει από εμάς ούτε λατρεία ούτε περιφρόνηση. Η κτίση ζητάει ένα πράγμα: Να είμαστε άνθρωποι. Όχι την «επιστροφή στη φύση», αλλά την επιστροφή στο κατά φύσιν. Και το κατά φύσιν είναι να ζούμε ως κατά χάριν θεοί. Και τότε θα τιμούμε τον Θεό, θα λατρεύουμε τον Θεό, θα αγαπούμε τους αδελφούς μας, θα νοιώθουμε ότι είμαστε ένα με τους αδελφούς μας, και ταυτόχρονα θα νοιώθουμε ότι η κτίσις είναι πλασμένη από τον Θεό και εμείς είμαστε προορισμένοι να είμαστε κύριοι της κτίσεως. Και αυτό θα πραγματοποιηθεί με το να γίνουμε δούλοι της κτίσεως και υπηρέτες αυτής.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Αγγελόπουλος Α., (1989), «Εκκλησία, Θεολογία, Βιο-Περιβάλλον», Βιοπολιτική – Το Βιο-Περιβάλλον – Τόμος ΙΙ (Α. Βλαβιανού – Αρβανίτη, Εκδ.), σελ. 35-39.
2. Αθανασάκης Α., (1996), Οικολογική Παιδεία και θρησκευτική αγωγή. Σε Ορθοδοξία και Φυσικές Επιστήμες, 171-175, Αθήνα: Σαββάλας – ΕΕΦ Παράρτημα Αν. Κρήτης.
Βαρθολομαίος Α.Θ.Π. Οικουμενικός Πατριάρχης, (1994), Ημέρα προσευχών υπέρ της προστασίας του Φυσικού περιβάλλοντος, Εκκλησία, ΟΑ΄ , 530-531.
Γαλάνης Ι., (1985), Το καινοδιαθηκικό υπόβαθρο των σχέσεων ανθρώπου και κτίσης κατά τη λατρευτική πράξη της Εκκλησίας, σε Τιμητικό αφιέρωμα στον ομότιμο καθηγητή Κωνσταντίνο Δ. Καλοκύρη: Παράρτημα στην ΕΕΘΣΘ, 383-400, Θεσσαλονίκη: ΑΠΘ – Υπηρεσία Δημοσιευμάτων.
Γρηγόριος Νύσσης, Περί κατασκευής ανθρώποιυ, PG 44, 125-256.
Ερμάς, Ποιμήν, PG 2, 891-1012.
Ζηζιούλα Δ. Ιωάννου, Μητροπολίτου Περγάμου, Από τα πρακτικά του Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου «Επιστήμες Τεχνολογίες αιχμής και Ορθοδοξία» 4-8 Οκτωβρίου 2002.
Ζηζιούλα Δ. Ιωάννου, Μητροπολίτου Περγάμου, Η κτίση ως ευχαριστία.
Καϊμάκης Δ., (1999), Θέματα Παλαιοδιαθηκικής θεολογίας, Θεσσαλονίκη: Simbo.
Καραβιδόπουλος Ι., (1981), Αποστόλου Παύλου Επιστολές Προς Εφεσίους, Φιλιππησίους, Κολοσσαείς, Φιλήμονα, Θεσσαλονίκη: Π. Πουρναράς.
Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, 12,15.
Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον, 6, 25.
Κουτούπα-Ρεγκάκου Ευαγγελία, Δίκαιο περιβάλλοντος, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2005, σ. 6.
Μαντζαρίδης Γ., Η οικολογική κρίση της ανθρώπινης υποστάσεως, Πρακτικά Συνεδρίου Ορθοδοξία και Περιβάλλον, Καβάλα 1993, σελ. 100 επ.
Ματσούκας Ν., (1985), Δογματική και Συμβολική Θεολογία Β΄, Θεσσαλονίκη: Π. Πουρναράς.
Μήνυμα της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου στο Οικολογικό Συνέδριο της 1ης Ιουνίου στην Ι. Μονή της Αγίας Τριάδος στη νήσο Χάλκη. Ιούνιος 1992.
Μήνυμα της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου της 1ης Σεπτεμβρίου 1999 επ’ ευκαιρία της Ημέρας Περιβάλλοντος.
Μήνυμα της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Δημητρίου, Βιοπολιτική – Το Βιο-Περιβάλλον – Τόμος ΙΙΙ (A. Vlavianos Arvanitis, Ed.). Διεθνής Οργάνωση Βιοπολιτικής. Αθήνα.
Μπαλατσούκας Σ., (1996), Οι Άγιοι και το φυσικό περιβάλλον, Θεσσαλονίκη: Μυγδονία.
Μπόνη Κ., (1990) «Παρουσίαση του έργου Βιοπολιτική – Το Βιο-Περιβάλλον – Τόμος ΙΙ», Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, σελ. 50-54 Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα.
Οικονόμου Η., (1992), Ορθοδοξία και φυσικό περιβάλλον: Η θεία βούληση και η Κτίση, Αθήνα: Αποστολική Διακονία, c1992.
Οικονόμου Η., Θεολογική Οικολογία, σελ. 223. Αθήνα 1994.
Παναγοπούλου Ι. Θ., Δίκαιο περιβάλλοντος, Αθήνα 2001, σελ. 22.
Παναγοπούλου Ι. Θ., Η περιβαλλοντική Ηθική και οι Κανόνες της στον Χαριστήριο Τόμο για τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης κ. Τιμόθεο, Ηράκλειο 2001, σελ. 355 επ.
Παναγοπούλου Ι. Θ., Περιβάλλον και Πτώχεια, Τιμητικός Τόμος για τον καθηγητή Μάριο Ραφαήλ, Πειραιάς 2000, σελ. 669 επ.
Παρακευαΐδη Χριστοδούλου, Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, Περί της Παγκοσμίου Ημέρας Περιβάλλοντος 5-6-2007.
Σινάκος Α., (2003), Άνθρωπος και περιβάλλον στην πρωτοβυζαντινή εποχή (4ος-6ος αι.), Θεσσαλονίκη: University Studio Press.
Συνετού Χρυσοστόμου, Μητροπολίτου Ζακύνθου, Εκκλησία και περιβάλλον. Συμβολή του Θεολογικού λόγου στη δημιουργία οικολογικής συνειδήσεως, Εισήγηση προς την Ι.Σ.Ι., 10-10-2007.
Φιλοθέου Μ., Αβραμιώτης Α., Ρίβιος Σ., Μισιακούδης Κ., (1994), Το οικολογικό πρόβλημα μέσα από τα πορίσματα δύο ομάδων, Εκκλησία ΟΑ΄, 413-415, 466-468, 515-516, 609-610, 643-645.
Φούντας Ιερεμίας, Ερμηνεία Παλαιάς Διαθήκης, Πειραιεύς 1986, τομ. ΙΑ΄, σελ. 122 επ.
Φρακάτου Παν. Εκκλησία και Περιβάλλον, τομ. 2ος, Πάτρα 1997, σελ. 983 επ.
Χατζηφώτης Ι., (2001), Η προστασία του περιβάλλοντος στο Βυζάντιο, Αθήνα: Τυπωθήτω – Γ. Δαρδανός.


---------------------------------------------------------

[Η δημοσίευση της παραπάνω εργασίας γίνεται στο πλαίσιο του Μαθήματος ("Ποιμαντική Επικοινωνία και Διαπροσωπικές Σχέσεις - εργαστ. Β' εξαμ.) με την έγκριση της σπουδάστριας κ. Ελένης Τζιάτζιου, η οποία την συνέταξε. Πρόκειται για εξαιρετική εργασία και πιστεύουμε ότι όσοι τη διαβάσουν θα ωφεληθούν.

Χάρης Ανδρεόπουλος]





1 σχόλιο:

Ο Διαχειριστής είπε...

ΠΟΛΥ ΚΑΛΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΕΛΕΝΗ. ΜΠΡΑΒΟ, ΣΥΝΕΧΙΣΕ ΕΤΣΙ.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Φ.